Στην αμφισβήτηση της ιδεολογικής κυριαρχίας της Αριστεράς.
Βρίσκεται μπροστά σε μια πρωτοφανή νίκη στον χώρο των αξιών, καθώς η κρίση ανέδειξε όλα τα εγγενή προβλήματα μιας οικονομίας στην οποία το κράτος διαδραμάτιζε κεντρικό ρόλο ως ο βασικότερος «παίκτης» και μιας κοινωνίας που είχε δομηθεί πάνω σε συντεχνιακά συμφέροντα και επαγγελματικές κληρονομικές «κάστες», οι οποίες και επιζητούσαν πάντοτε ένα μεγαλύτερο κομμάτι από την κρατική πίτα.
Στην ουσία της η ελληνική πραγματικότητα ήταν μια «μετασοβιετικού» τύπου κατάσταση με ισχυρές δόσεις ελευθεριότητας και ασυδοσίας.
Κεντρικός σχεδιασμός των προμηθειών και των πολυδάπανων δημόσιων έργων, κρατική «προστασία» των επιχειρήσεων, επιδοτούμενη επιχειρηματικότητα, δαιδαλώδεις γραφειοκρατικές διαδικασίες στη διοίκηση για να βγάζουν το «παντεσπάνι» τους οι κομματικοί κρατικοί λειτουργοί.
Η οικονομική κρίση ανέδειξε την πραγματική κατάσταση της Ελλάδας. Πριν, ωραιοποιούσαμε νοσηρές πραγματικότητες, στρογγυλεύαμε «γωνίες», θεωρούσαμε περίπου ως «φυσικό δίκαιο» κραυγαλέα προνόμια ολόκληρων επαγγελματικών ομάδων, “αυτονόητες” τις πολυεπίπεδες αγκυλώσεις του συστήματος, χάσιμο χρόνου την οικοδόμηση ενός νέου κοινωνικού υποδείγματος.
Η κρίση απότομα και άγαρμπα έφερε όλα τα θέματα στο τραπέζι. Και κατά γενική ομολογία αυτό που διαπιστώνεται είναι ότι δεν υπήρξε ποτέ πραγματικά ελεύθερη οικονομία, κανόνες για το επιχειρείν, ίσες ευκαιρίες για όλους.
Λογικά, θα περίμενε κανείς να δει στον πολιτικό στίβο μια ενωμένη κεντροδεξιά που θα έτρεχε προς τον εκλογικό της θρίαμβο και την ιδεολογική της επικράτηση.
Αντίθετα βλέπουμε κάποιες φυγόκεντρες τάσεις με έντονα προσωπικά χαρακτηριστικά. Η δανειακή σύμβαση αποτέλεσε απλά μια πρώτης τάξεως αφορμή για διαφοροποιήσεις.
Άλλωστε η σύνθεση δύο θεωρητικά αντίθετων ιδεολογιών, του πατριωτισμού και του φιλελευθερισμού, δεν είναι εύκολα κατανοητή και στο «κενό νοήματος» υπεισέρχονται τα μικρά κόμματα.
Το μπόλιασμα της πατριωτικής ιδεολογίας μέσα σε ένα γνήσια φιλελεύθερο οικονομικό μοντέλο, παρουσιάζει ένα μόνο πρόβλημα: δεν εκλαϊκεύεται εύκολα.
Η «πατριωτικά φιλελεύθερη» δεξιά επιδιώκει την απόλυτη ελευθερία των πολιτών, μέσα σε μια ευνομούμενη πολιτεία. Θέλει να οικοδομήσει ένα εθνικό κράτος, το οποίο θα βρίσκεται στον σκληρό πυρήνα της ευρωπαϊκής οικογένειας, ως βασικός εταίρος και όχι ως φτωχός συγγενής.
Χωρίς την πατριωτική διάσταση, ο φιλελευθερισμός τείνει να αφορά μόνο το μεγάλο κεφάλαιο, τη διεθνοποιημένη αγορά, την κοινωνία του 1/3. Δίχως εθνικό κράτος δικαίου, ο φιλελευθερισμός γίνεται απλά η επιβολή του ισχυρότερου.
Χωρίς τις βασικές αρχές του φιλελευθερισμού, ο πατριωτισμός γίνεται «μεγαλοϊδεατισμός», λαμβάνει τα «φρενήρη» χαρακτηριστικά του 19ου αιώνα, χωρίς εθνικά εδάφη που πρέπει να ανακτηθούν.
Αυτό που βλέπουμε δηλαδή να συμβαίνει σήμερα με τους διάφορους αντιφρονούντες του δεξιού χώρου που ενδεδυμένοι με μια λεοντή μεσσιανικού πατριωτισμού αμφισβητούν τους πάντες και τα πάντα χωρίς να προτείνουν τίποτα ως διέξοδο.
Που δεν διανοούνται καν να προσφέρουν μια συνολική πρόταση για τη χώρα, αλλά περιορίζονται στα μεγάλα και παχιά λόγια, βασιζόμενοι στο θυμικό των πολιτών.
«Πολιτικός παραγοντισμός» με στόχο το 3% και την μη αυτοδυναμία της ΝΔ.
Σκοπεύουν την επόμενη των εκλογών να είναι οι ρυθμιστές των εξελίξεων, προσφέροντας τις απαραίτητες έδρες για σχηματισμό «βιώσιμης» Κυβέρνησης.
Περαιτέρω, πιστεύουν ότι θα ελέγχουν ουσιαστικά την Κυβέρνηση, καθώς η άρση της εμπιστοσύνης τους θα σημαίνει και την πτώση της.
Με λίγα λόγια στοχεύουν απλά στην αναβάθμιση του ρόλου και της επιρροής τους.
Όμως οι δεξιοί και κεντροδεξιοί ψηφοφόροι, πάντοτε χαρακτηρίζονταν από ελευθερία κινήσεων.
Όταν προκηρυχθούν οι εκλογές θα έχουν να διαλέξουν ουσιαστικά ανάμεσα σε ένα συνολικό σχέδιο για τη χώρα ή σε κάποιες (κακές) απομιμήσεις ορισμένων όψεων του αυτού σχεδίου.
Και ασφαλώς δεν είναι η στιγμή για να αναδειχθούν οι όποιες προσωπικές πικρίες. Είναι η στιγμή για να πρυτανεύσει ο ορθολογισμός.
Η επιλογή στο μέγιστο βαθμό για τους ψηφοφόρους που αυτοπροσδιορίζονται ως «δεξιοί/ κεντροδεξιοί», δείχνει ότι θα είναι η ΝΔ του Αντώνη Σαμαρά, όχι μόνο διότι ιστορικά η ευρεία κεντροδεξιά παράταξη εκφραζόταν κυρίως μέσα από ένα κόμμα, αλλά κυρίως γιατί ο συγκερασμός της πατριωτικής στάσης με τις φιλελεύθερες αρχές απαντά με αρτιότητα στα σύγχρονα δομικά προβλήματα της χώρας.
Αντίθετα, οι «προσωπικές πολιτικές κινήσεις» και τα προσωποπαγή κόμματα , απαντούν μόνο στις ανάγκες «πολιτικού παραγοντισμού» και στη φιλαυτία των εμπνευστών τους.
Αλλά στην πορεία προς τις εκλογές φαίνονται καταδικασμένες σε συρρίκνωση.
Είναι η στιγμή για να πρυτανεύσει ο ορθολογισμός.