Θύελλα αντιδράσεων από τον επίσημο ΣΥΡΙΖΑ και τους υποστηρικτές του μέσα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης προκάλεσε άρθρο του Στέφανου Κασιμάτη που δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή της Κυριακής.
Το άρθρο εξισώνει την πολιτική και κοινωνική δράση της Αριστεράς με τη φασιστική βία και «ευχαριστεί» τη Χρυσή Αυγή που με τη δράση της δίνει την «ευκαιρία στη νομιμότητα να αναμετρηθεί, επιτέλους, με την οιονεί νομιμοποιημένη βία της Αριστεράς».
Το απόγευμα της Δευτέρας ο εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, Πάνος Σκουρλέτης, απέστειλε επιστολή στο διευθυντή της «Καθημερινής» στην οποία χαρακτηρίζει «άκρως προκλητική, εξοργιστική και πολιτικά απαράδεκτη» την εξίσωση «της πολιτικής και κινηματικής δράσης της Αριστεράς με τη φασιστική δράση της Χρυσής Αυγής».
«Δεν θα αφήσουμε αναπάντητα τα ολοκληρωτικού τύπου κηρύγματα ενάντια στη δημοκρατία και τους κοινωνικούς αγώνες που προωθούν τέτοιου είδους δημοσιεύματα», αναφέρει του ο εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ.
Η επιστολή του κ. Σκουρλέτη δημοσιεύεται στη σημερινή έκδοση της εφημερίδας μαζί με την απάντηση της «Καθημερινής» στις αιτιάσεις του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. «H "K" έχει ως βασική της γραμμή την αντίθεσή της στη βία και την τρομοκράτηση συμπολιτών μας, ως όπλα διαμαρτυρίας ή επιβολής κάποιων απόψεων. Πιστεύει δε ότι πρέπει να υπάρχουν όρια στη διαμαρτυρία, αυτά που ορίζουν οι νόμοι της ελληνικής δημοκρατίας. Συνεπώς θα είναι αντίθετη σε κάθε μορφή βίας, είτε αυτή είναι "μαύρη" είτε "κόκκινη"», γράφει η εφημερίδα υπερασπιζόμενη την ανεξαρτησία των αρθρογράφων της.
«H "K" θα συνεχίσει να δημοσιεύει ανεξάρτητες και αιρετικές γνώμες, άσχετα αν συμφωνούν ή όχι, με την κεντρική γραμμή της εφημερίδας. Aκριβώς επειδή έχει αποδείξει την πολυφωνία της στην πράξη δεν δέχεται κηρύγματα περί ολοκληρωτισμού», επισημαίνεται από τη διεύθυνση της εφημερίδας η οποία ξεκαθαρίζει ότι «οι ανακοινώσεις με εμφανή σκοπό τη στοχοποίηση αρθρογράφων μας ή και της ίδιας της εφημερίδας δεν θα φέρουν το ποθητό αποτέλεσμα της φίμωσης κάποιων απόψεων».
Διαβάστε την επιστολή του εκπροσώπου του ΣΥΡΙΖΑ Πάνου Σκουρλέτη προς την «Καθημερινή»
«Kύριε διευθυντά
Αφορμή για την παρούσα επιστολή αποτελεί το δημοσίευμα του τακτικού συνεργάτη σας, κ. Στ. Κασιμάτη στην κυριακάτικη έκδοση της εφημερίδας «Καθημερινή» (16/9), το οποίο με έναν άκρως προκλητικό, εξοργιστικό και πολιτικά απαράδεκτο τρόπο εξισώνει την πολιτική και κινηματική δράση της Αριστεράς με τη φασιστική δράση της Χρυσής Αυγής.
Η ενοχοποίηση των αγώνων για την υπεράσπιση των συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων έχει ως στόχο την απαξίωση και τελικώς την περιστολή τους, ιδιαίτερα σε μια περίοδο που η διασφάλισή τους αποτελεί ασπίδα για την κοινωνία. Αλίμονο, αν όλα όσα αποτελούν κατακτήσεις και χαρακτηριστικά των δημοκρατικών κοινωνιών ταυτίζονται με την παράνομη δράση όσων θέλουν να καταργήσουν τη δημοκρατία και έχουν καταγραφεί και ταυτιστεί με ό,τι πιο απεχθές έχει γνωρίσει η ανθρωπότητα, δηλ. τη μισαλλοδοξία, τον ρατσισμό, την εξόντωση του άλλου, λόγω του χρώματός του ή της φυλετικής καταγωγής. Αυτές οι αντιλήψεις είναι επικίνδυνες, ιδιαίτερα όταν διατυπώνονται σε συνθήκες μιας βαθιάς οικονομικής και πολύπλευρης κοινωνικής κρίσης. Βεβαίως, από την εφημερίδα σας είχε υποστηριχθεί στο πρόσφατο παρελθόν ακόμη και η ανάγκη αναστολής άρθρων του Συντάγματος κατά τη διάρκεια των μαζικών λαϊκών κινητοποιήσεων του προηγούμενου έτους ενάντια στην καταστροφική πολιτική του Mνημονίου.
Με τις παραπάνω σκέψεις, θα ήθελα να διατυπώσω το ερώτημα, αν τελικώς οι συγκεκριμένες απόψεις εκφράζουν το στίγμα της εφημερίδας και αν τιμούν και αντιστοιχούν στη διαχρονική πορεία μιας ιστορικής κατά τ' άλλα εφημερίδας, όπως η «Καθημερινή». Δεν θα αφήσουμε αναπάντητα τα ολοκληρωτικού τύπου κηρύγματα ενάντια στη δημοκρατία και τους κοινωνικούς αγώνες που προωθούν τέτοιου είδους δημοσιεύματα.
Εκ μέρους του Γραφείου Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ/ΕΚΜ Σκουρλετης Πανος»
Διαβάστε την απάντηση της εφημερίδας
«1. Λυπούμεθα για το ύφος της επιστολής, καθώς και το γεγονός ότι πριν φτάσει και δημοσιευθεί στην «K» είχε δημοσιοποιηθεί, προφανώς για τη δημιουργία εντυπώσεων και στο πλαίσιο μιας προφανούς εκστρατείας παραπληροφόρησης της κοινής γνώμης με στόχο να αποδοθούν απόψεις που ουδέποτε εκφράστηκαν από την εφημερίδα.
2. H «K» έχει ως βασική της γραμμή την αντίθεσή της στη βία και την τρομοκράτηση συμπολιτών μας, ως όπλα διαμαρτυρίας ή επιβολής κάποιων απόψεων. Πιστεύει δε ότι πρέπει να υπάρχουν όρια στη διαμαρτυρία, αυτά που ορίζουν οι νόμοι της ελληνικής δημοκρατίας. Συνεπώς θα είναι αντίθετη σε κάθε μορφή βίας, είτε αυτή είναι «μαύρη» είτε «κόκκινη».
3. H «K» σέβεται εδώ και πολλά χρόνια την ανεξαρτησία και αυτονομία των αρθρογράφων της. Aυτό είναι προφανώς πολύ δύσκολο να γίνει κατανοητό από οιονδήποτε θεωρεί ότι μια εφημερίδα πρέπει να έχει μια και μόνο άποψη, αυτή που εκφράζει το κόμμα ή θεωρείται «η σωστή». H «K» θα συνεχίσει να δημοσιεύει ανεξάρτητες και αιρετικές γνώμες, άσχετα αν συμφωνούν ή όχι, με την κεντρική γραμμή της εφημερίδας. Aκριβώς επειδή έχει αποδείξει την πολυφωνία της στην πράξη δεν δέχεται κηρύγματα περί ολοκληρωτισμού.
4. Oι ανακοινώσεις με εμφανή σκοπό τη στοχοποίηση αρθρογράφων μας ή και της ίδιας της εφημερίδας δεν θα φέρουν το ποθητό αποτέλεσμα της φίμωσης κάποιων απόψεων.
Διαβάστε το άρθρο
του Στέφανου Κασιμάτη με τίτλο
«η ευκαιρία της Χρυσής Αυγής
για τη δημοκρατία»
«Οσοι πιστεύουμε στην δημοκρατία οφείλουμε ένα μεγάλο «ευχαριστώ» στην Χρυσή Αυγή - και σοβαρολογώ απολύτως. Της το οφείλουμε για την ευκαιρία που μας προσφέρει -και μάλιστα την ώρα που την έχουμε μεγαλύτερη ανάγκη- ώστε να διορθώσουμε λάθη δεκαετιών και να κάνουμε μια νέα αρχή στην πολιτική ζωή. Είναι η ευκαιρία που δίνεται στη νομιμότητα να αναμετρηθεί, επιτέλους, με την οιονεί νομιμοποιημένη βία της Αριστεράς: αυτό το καρκίνωμα της Μεταπολίτευσης, που όλοι το φοβούνται και κανείς δεν το αγγίζει· αυτό που σήμερα αποτελεί το βασικό εμπόδιο στη μετάβαση της χώρας από την εποχή των σοβιέτ με αστακομακαρονάδα (ελληνικό μοντέλο του σοσιαλισμού...) στη σύγχρονη πραγματικότητα.
Η ανοχή της πολιτικής βίας, εφόσον ασκείται στο όνομα των ιδανικών της Αριστεράς από οιονδήποτε αυτόκλητο φορέα τους, είναι πια φαινόμενο τόσο σύνηθες στην κοινωνική και πολιτική ζωή ώστε σχεδόν δεν το προσέχουμε. Η κατάλυση της έννομης τάξης έχει φθάσει να θεωρείται στοιχείο της ελληνικής «ιδιαιτερότητας», όπως προτιμούμε να λέμε τη γραφικότητά μας. Σας θυμίζω σχετικώς μόνον μια σκηνή από την ιδιόμορφη αθηναϊκή καθημερινότητα - σκηνή την οποία όλοι έχουμε δει να εκτυλίσσεται μπροστά μας ξανά και ξανά: την τελετουργία της θραύσης των μαρμάρων, παρουσία της απαθούς Αστυνομίας, σε κάθε συλλαλητήριο που γίνεται με τη συμμετοχή αναρχικών κουκουλοφόρων.
Με την άνοδο του βιοτικού επιπέδου τα τελευταία χρόνια, αλλά και χάρη στα αγαθά της παγκοσμιοποίησης, σχεδόν οι πάντες έχουμε πια διαμορφώσει εικόνα της ζωής στις αναπτυγμένες, ευνομούμενες ευρωπαϊκές χώρες, με τις οποίες μας κολακεύει τόσο πολύ να συγκρινόμαστε (και, φυσικά, να βρίσκουμε πάντα ότι εμείς υπερτερούμε...) Ας προσπαθήσουμε, παρακαλώ, να μεταθέσουμε στην εικόνα αυτή, που έχουμε αποκτήσει με τα ταξίδια στο εξωτερικό, τη σχεδόν «φυσιολογική» σκηνή της θραύσης των μαρμάρων και τότε θα καταλάβουμε πόσο βαθιά παράλογη είναι όχι τόσο η ασυδοσία των ακραίων εκφάνσεων της Αριστεράς (αυτοί βρίσκουν και τα κάνουν, σε τελευταία ανάλυση...), μα προπαντός η ανοχή του συντριπτικά μεγαλύτερου μέρους της κοινωνίας στις μορφές της βίας που επιλέγει κάθε φορά.
Ανεχόμαστε στελέχη ή ακόμη και βουλευτές του ΚΚΕ ή του ΣΥΡΙΖΑ να υπερασπίζονται καταλήψεις πανεπιστημιακών κτιρίων από λαθρομετανάστες, να εμποδίζουν τη λειτουργία επιχειρήσεων που υφίστανται νομίμως (π.χ., το χρυσωρυχείο στην Χαλκιδική), να επιβάλουν με το ξύλο την υποχρέωση της απεργίας σε ανθρώπους που θέλουν να δουλέψουν. Επιτέλους, ας παραδεχθούμε ότι κάτι έχει πάει πολύ στραβά σε τούτη τη χώρα όλα αυτά τα χρόνια της Μεταπολίτευσης! Ας το παραδεχθούν, μάλλον, οι πολιτικοί εκπρόσωποι του αστικού κόσμου που τόσα χρόνια κάνουν τις κότες μπροστά στο φαινόμενο -πλην ελαχίστων τιμητικών εξαιρέσεων, όπως των Ν. Δένδια και Φ. Σαχινίδη- γιατί εμείς οι άλλοι το έχουμε καταλάβει προ πολλού. (Για ποιον λόγο νομίζετε εξαφανίσθηκε από την πολιτική εκείνος ο ανεκδιήγητος Παπουτσής;)
Και αν ώς τώρα ήταν ο φόβος που συγκρατούσε τους πολιτικούς, ας είναι καλά τα «λεβεντόπαιδα με τις μαύρες μπλούζες» και τα καμώματά τους, που δίνουν την ευκαιρία στον αστικό πολιτικό κόσμο να υπερβεί το δέος της εξ αριστερών «ιεράς αγανακτήσεως» και να αποδείξει ότι η δημοκρατία μπορεί να υπερισχύσει εκείνων που επιβάλλουν τη βία, είτε μαύρη είτε κόκκινη. Το έδειξαν τα γεγονότα στο πανηγύρι του Μεσολογγίου, ώστε να το μπορούν πια να το δουν καθαρά όσοι μέχρι πρότινος αναπαύονταν στις βολικές βεβαιότητες της Μεταπολίτευσης: το χρώμα της βίας δεν κάνει καμία διαφορά ως προς την ουσία της. Εξ ου και η υστερία με την οποία Δ. Παπαδημούλης και Ζ. Κωνσταντοπούλου αντέδρασαν στον εύστοχο συσχετισμό ακροδεξιάς και ακροαριστερής βίας που τόλμησε ο Φ. Σαχινίδης από το βήμα της Βουλής. (Παρεμπιπτόντως, η φουκαριάρα η Σ. Σακοράφα, που κάθεται συνήθως μπροστά από την κ. Κωνσταντοπούλου στα έδρανα της Βουλής, πρέπει να έχει πλέον κουφαθεί από τις τσιρίδες της Ερινύας του ΣΥΡΙΖΑ...)
Αν ο Σαμαράς εννοεί αυτά που έλεγε προεκλογικά, αν ο Βενιζέλος καταλαβαίνει ότι μόνον ως αστική σοσιαλδημοκρατία μπορεί να έχει μέλλον το ΠΑΣΟΚ και αν ο Κουβέλης πιστεύει στη διαφορά της δημοκρατικής Αριστεράς από την Αριστερά της βίας, ιδού η ευκαιρία κύριοι! Η Χρυσή Αυγή, χωρίς να το καταλαβαίνει, ανοίγει τον δρόμο για την επιβολή της νομιμότητας προς κάθε πλευρά: κουκουέδες, συριζαίους, χρυσαυγίτες - όλοι τους βλάπτουν τη δημοκρατία εξίσου.
Πρόκειται για ευκαιρία, την οποία η κυβέρνηση πρέπει να αξιοποιήσει, διότι είναι, τρόπον τινά, αναγκαστική. Αν την αφήσει ανεκμετάλλευτη, όχι μόνον θα έχει στερηθεί το κέρδος που μπορεί να αποκομίσει, αλλά η απραξία θα της επιφέρει ένα σοβαρό κόστος. Αν, δηλαδή, διαχωρίσει την καλή βία της άκρας Αριστεράς από την κακή της άκρας Δεξιάς, ενισχύει την οιονεί νομιμοποίηση της πρώτης και καλλιεργεί το έδαφος για την περαιτέρω εξάπλωση της δεύτερης. Ας μην κρυβόμαστε πια πίσω από το δάκτυλο της πολιτικής ευπρέπειας και ας κοιτάξουμε πού έχουμε φθάσει: στις παρέες σας, εκεί όπου μιλάτε ελεύθερα, πόσοι είναι εκείνοι που ευχαριστήθηκαν την προεκλογική μπούφλα που έφαγε η Λιάνα Κανέλλη από τον Ηλ. Κασιδιάρη, αλλά ντρέπονται ή φοβούνται να το πουν παραέξω; Η διαφοροποίηση αριστερής και δεξιάς βίας υπέρ της πρώτης θα τους κάνει να ξεπεράσουν την ντροπή ή τον φόβο που τώρα τους συγκρατεί. Εξάλλου, το διδάσκει και η Ιστορία: στη Γερμανία της Βαϊμάρης, τα Τάγματα Εφόδου του Ρεμ δεν ήλθαν μόνα τους, επειδή τα γέννησε η κρίση· ήλθαν παρέα με τις στρατιωτικοποιημένες μονάδες των κομμουνιστών. Τα δε Τάγματα Ασφαλείας στην Αργολίδα οι κάτοικοι τα υποδέχονταν με ζητωκραυγές, μετά το κύμα τρομοκρατίας που εξαπέλυσε ο ΕΛΑΣ το καλοκαίρι του 1943.
Αν λοιπόν η κυβέρνηση αδρανήσει μπροστά στην ευκαιρία που της προσφέρεται τώρα από τη Χρυσή Αυγή, τότε κατρακυλάει στον δρόμο που χάραξε ο Πάκης, τον Δεκέμβριο του 2008. Γι' αυτό, άλλωστε, τον χειροκροτούσε ο ΣΥΡΙΖΑ στη Βουλή, αλλά φοβάμαι ότι ο ίδιος δεν το αντελήφθη. Εκτός, βέβαια, αν ως Καλαματιανός διανοούμενος που βλέπει βαθιά στο μέλλον (το δικό του μέλλον), προετοιμάζεται για να γίνει κάποτε βουλευτής Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ. Φυσικά, όχι στο κοντινό μέλλον· μιλούμε για μετά από τουλάχιστον καμιά δεκαπενταριά χρόνια, όταν ο Μανώλης Γλέζος θα έχει αρχίσει να κουράζεται...».