3η Σεπτεμβρίου 1843:
η αναίμακτη Ελληνική μετάβαση
στην συνταγματική μοναρχία
Η Ελλάδα στις παραμονές των γεγονότων της 3ης Σεπτεμβρίου παρουσίαζε μια εικόνα εσωτερικής πολιτικής αναταραχής. Κύρια αιτία της αναταραχής ήταν τα λάθη των Βαυαρών αξιωματούχων (κυρίως του Αρμανσμπέργκ) που κυβερνούσαν την Ελλάδα σαν γερμανικό κρατίδιο αδιαφορώντας για τις ιδιαιτερότητες της.
Οι Οθωνικές κυβερνήσεις δεν σεβάστηκαν το θρησκευτικό αίσθημα των Ελλήνων απαλλοτριώνοντας την εκκλησιαστική περιουσία και κλείνοντας πολλές μονές.
Απέτυχαν να εντάξουν στον νέο ελληνικό στρατό πολλούς Έλληνες αγωνιστές της επανάστασης του 1821 καταδικάζοντας τους στην ανέχεια, απέτυχαν να διανείμουν την αδιάθετη καλλιεργήσιμη γη αποκαθιστώντας πολλούς ακτήμονες που ζούσαν στα όρια της εξαθλίωσης.
Γενικότερα ο Όθων πεισματικά αρνήθηκε να χρησιμοποιήσει Έλληνες σε ανώτερα πολιτικά αξιώματα εμπιστευόμενος κυρίως Βαυαρούς τεχνοκράτες, ενώ και ο ίδιος ασκούσε τα βασιλικά του προνόμια με πείσμα και σχολαστικότητα που άγγιζε την υπερβολή.
Με μια σφιχτή οικονομική πολιτική η κυβέρνηση του Όθωνα που ανέλαβε μετά την ενηλικίωση του προσπάθησε να νοικοκυρέψει την οικονομική κατάσταση της χώρας που έβγαινε καταχρεωμένη από τον 7ετή αγώνα ζωής και θανάτου, χρησιμοποιώντας όμως σκληρά φορολογικά μέτρα που αύξησαν την λαϊκή δυσαρέσκεια.
Πάντως οι Οθωνικές κυβερνήσεις δεν διόρισαν αφειδώς οπαδούς τους, δεν ρουσφετολόγησαν, δεν ευνόησε κανέναν αγνοώντας επίμονα τα παλιά "τζάκια" και τους πάλαι ποτέ ισχυρούς οπλαρχηγούς
που είχαν οργανωθεί σε τρία κόμματα: "το "Αγγλικό" (Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, Ανδρέας Λόντος, Σπυρίδων Τρικούπης), το "Γαλλικό" (Κωλέττης, Δεληγιάννης, Μακρυγιάννης) και το Ρωσικό (Ανδρέας Μεταξάς).
Ο Βασιλιάς της Ελλάδος Όθων
Τα κόμματα αυτά είχαν διαφορετικούς λόγους δυσαρέσκειας με την ελέω Θεού βασιλεία του Όθωνα.
Οι φιλελεύθεροι του "Αγγλικού κόμματος" επιζητούσαν τον περιορισμό της κρατικής εξουσίας, μείωση της εκκλησιαστικής εξουσίας, επιβεβαίωση των ατομικών ελευθεριών, γραπτό σύνταγμα και κυβερνήσεις εκλεγμένες από κοινοβούλιο.
Οι οπαδοί του "Γαλλικού κόμματος" κήρυσσαν έναν επιθετικό αλυτρωτισμό εις βάρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και αποκατάσταση όλων των αγωνιστών του 1821, το "ρωσικό κόμμα" έθετε την ορθοδοξία ως βασική πηγή εξουσίας, ενώ ήταν κάθετα αντίθετοι στην ύπαρξη συντάγματος.
Η εσωτερική οικονομική πολιτική ήταν σε γενικές γραμμές κοινή, ενώ οι προσανατολισμοί τους στην εξωτερική πολιτική υποδηλώνονταν από τις ονομασίες τους.
Έτσι λοιπόν, η δυσαρέσκεια των Ελλήνων (του απλού λαού) δεν είχε φυσικά της πηγές της στην «δήθεν» έλλειψη συντάγματος.
Ένας λαός με αγραμματοσύνη που άγγιζε το 80%, με προβλήματα καθημερινής επιβίωσης μετά από ένα πολιτιστικό και πολιτικό σκότος τετρακοσίων ετών, μόνο συνταγματικές ευαισθησίες δεν είχε.
Οι συνωμοσίες για την επιβολή συντάγματος ξεκίνησαν όταν οι πολιτικές φιλοδοξίες των αρχηγών των τριών πολιτικών κομμάτων της εποχής (Αγγλικό, Γαλλικό, Ρωσικό) συνάντησαν την δυσαρέσκεια της Αγγλίας για τις αλυτρωτικές προσπάθειες του Όθωνα να αποσταθεροποιήσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Ανδρέας Λόντος
Καταλυτικός παράγων επιτυχίας του
κυοφορούμενου κινήματος στάθηκε η συμμετοχή Ελλήνων αξιωματικών στο κίνημα οι οποίοι είχαν ενοχληθεί από την παρουσία Βαυαρών αξιωματικών στο στράτευμα.
Πάντως το κεντρικό πολιτικό αίτημα των συνωμοτών για παροχή συντάγματος, ήταν μάλλον ένα προπέτασμα καπνού. Η βασική επιδίωξη τους ήταν η εξουσία, η μεταβίβαση της εξουσίας από τις δοτές Οθωνικές κυβερνήσεις στις φατρίες τους και αυτό τεκμαίρεται από το γεγονός ότι ο Λόντος και ο Μεταξάς είχαν ολιγαρχικές και αντισυνταγματικές πολιτικές ιδέες.
Η αγγλική πρεσβεία με πρωταγωνιστή τον περίφημο πρεσβευτή Λάιονς στέγασε τις πρώτες συνεννοήσεις στις αρχές του 1840.
Από τους πρώτους συνταγματικούς υπήρξε ο Ανδρέας Λόντος, αρχηγός του Αγγλικού κόμματος μετά την εθελούσια απομάκρυνση του Μαυροκορδάτου. Ο Λόντος υπήρξε προεστός επί τουρκοκρατίας στο Αίγιο, πρόσφερε μεγάλες υπηρεσίες
στην επανάσταση του 1821 αλλά στην εποχή που εξετάζουμε είχε ξεπέσει τόσο οικονομικά όσο και ηθικά.
Δημήτριος Καλλέργης
Σύντομα στο κίνημα προσχώρησε ο αρχηγός του Ρωσικού κόμματος Ανδρέας Μεταξάς και μεγάλες προσωπικότητες της εποχής όπως ο Ιωάννης Μακρυγιάννης, ο Κωνσταντίνος Κανάρης, ο Γεώργιος Σισίνης, ο Κωνσταντίνος Ζωγράφος, ο Ρήγας Παλαμίδης κ.α. ενώ πρόσωπο κλειδί στο σχεδιαζόμενο κίνημα ήταν ο Δημήτριος Καλλέργης συνταγματάρχης ιππικού πρωτευούσης.
Οι μυημένοι υπέγραφαν ένα όρκο που είχε συντάξει ο Μακρυγιάννης ενώ γενικά επικρατούσε στις τάξεις τους αισιοδοξία για την λαϊκή επιδοκιμασία έναντι του σχεδιαζόμενου κινήματος.
Ειδικά ο Μακρυγιάννης έταζε στους μυημένους ότι την καθορισμένη μέρα με δικές του προτροπές χιλιάδες Αθηναίοι θα λάμβαναν μέρος στο κίνημα. Σύντομα τα σχέδια των κινηματιών διέρρευσαν και η κυβέρνηση ενημερώθηκε πλήρως
για το εύρος και τους συμμετέχοντες σε αυτά.
Λάβαρο της επανάστασης της 3ης Σεπτεμβρίου
Είναι αναμφίβολο πως κάποιοι συμμετέχοντες στο κίνημα (μεταξάς, Ζωγράφος) είχαν την κρυφή ελπίδα ότι ο Όθων δεν θα δεχόταν την μείωση των δικαιομάτων του και θα υπέβαλλε παραίτηση από τον Ελληνικό θρόνο.
Στις αρχές του 1843 εκδηλώθηκε οικονομική κρίση με αφορμή την άρνηση των τριών μεγάλων δυνάμεων να παρέχουν νέο δάνειο με την εγγύηση τους καθώς το Ελληνικό βασίλειο αδυνατούσε να καταβάλλει τα συμφωνημένα τοκοχρεολύσια.
Η Οθωνική κυβέρνηση αναγκάστηκε να κάνει δραματικές περικοπές κόβοντας μισθούς, δημόσια έργα και περιορίζοντας τις δαπάνες για διπλωματικές αποστολές.
Οι περικοπές όμως αύξησαν τους δυσαρεστημένους καθώς οι κρατικοί λειτουργοί και οι στρατιωτικοί υπέφεραν από τις περικοπές των απολαβών τους.
Το καλοκαίρι του 1843 επήλθε ένας συμβιβασμός με τους ξένους πιστωτές, αλλά είναι αναμφίβολο πως το Ελληνικό κράτος ασφυκτιούσε οικονομικά. Σύμφωνα με τον Γενναίο Κολοκοτρώνη η επανάσταση της 3ης Σεπτέμβρη επισπεύθηκε από τον διεθνή συνασπισμό των τριών μεγάλων δυνάμεων κατά του Όθωνα που μοιραία μεταφράστηκε και στην προσωρινή συμμαχία των αντίστοιχων κομμάτων στο εσωτερικό.
Στις παραμονές του κινήματος η κυβέρνηση είχε σχεδιάσει να συλλάβει όλους τους συμμετέχοντες, ενώ είχε οργανώσει και έκτακτα στρατοδικεία για τους επίορκους αξιωματικούς. Αυτή η ενέργεια λειτούργησε αποφασιστικά και εξώθησε τους μυημένους στην τελική ενέργεια.
Το συμφωνημένο βράδυ της 2ης προς 3η Σεπτεμβρίου ο Καλλέργης πήγε στο θέατρο για να καθησυχάσει τις υποψίες των κυβερνητικών. Μετά το τέλος της παράστασης ο Καλλέργης μετέβη έφιππος στην οικία του Μακρυγιάννη όπου υποτίθεται θα βρίσκονταν οι λαϊκές μάζες των συνταγματικών.
Ο Καλλέργης βρήκε τον Μακρυγιάννη να φοράει παντόφλες, μια κλασσική νυχτικιά της εποχής και ένα σκούφο του ύπνου («υσήχαζεν»).
Στην αυλή του σπιτιού του υπήρχαν γύρω στους δέκα συγγενείς του καθώς όλοι νόμιζαν ότι το κίνημα είχε αναβληθεί. Σύμφωνα με την μαρτυρία του Καλλέργη «περιήλθον την πόλιν και πλην χωροφυλάκων ούτε ψυχήν γεννητην δεν απήντησα».
Αμέσως μετά έφτασε στον στρατώνα εν πλήρη αμηχανία. Παρέταξε την μονάδα που διοικούσε τους μίλησε πατριωτικά για να τους ενθουσιάσει, τράβηξε το σπαθί από την θήκη
ανακράζοντας «Ζήτω το σύνταγμα».
Οι παρατεταγμένοι οπλίτες μηχανικά επανέλαβαν το σύνθημα. Μετά τους έδωσε την διαταγή να βαδίσουν στην πρωτεύουσα και να στρατοπεδεύσουν έμπροσθεν των ανακτόρων, ενώ έδωσε διαταγή να ανοίξει η φυλακή του Μεντρεσέ και να ελευθερωθούν οι κρατούμενοι.
Την ίδια στιγμή η πρώτη συμπλοκή έγινε στο σπίτι του Μακρυγιάννη όπου ανταλλάχθηκαν πυροβολισμοί με κυβερνητικούς που είχαν περικυκλώσει την οικία του. Στην ανταλλαγή πυροβολισμών σκοτώθηκε ένας χωροφύλακας.
Η πορεία της στρατιωτικής φάλαγγας έλαβε χώρα μέσα στην νύχτα εν μέσω τυμπανοκρουσιών και σαλπισμάτων.
Έντρομοι και έκπληκτοι οι κάτοικοι της πρωτεύουσας στέκονταν στους γύρω δρόμους.
Συχνά οι στρατιώτες τους φώναζαν «Ζήτω το σύνταγμα!» και αυτοί ανταπαντούσαν επαναλαμβάνοντας την ιαχή. Πίσω από τον ουλαμό του Καλλέργη ακολουθούσε το 2ο τάγμα υπό τον αντι/σχη Σκαρβέλη και ο 20ς λόχο ακροβολιστών υπό τον Σπηλιωτόπουλο.
Η μονάδα του Καλλέργη παρατάχθηκε μπροστά στο παλάτι και ο Όθων ρώτησε τι υποδηλώνει το κίνημα τους.
Ο Καλλέργης αποκρίθηκε ότι ο λαός και ο στρατός ζητούν σύνταγμα.
Ο Όθων απάντησε ζητώντας να διαλυθούν ησύχως και θα φρόντιζε για το αίτημα τους, αλλά ο Καλλέργης αρνήθηκε.
Με το πρώτο φως της μέρας ο Καλλέργης συνέλαβε όλους τους υπουργούς, ενώ οι ιππείς του συνωθούσαν πολίτες με την
βία προς τον χώρο έμπροσθεν των ανακτόρων που είχαν στρατοπεδεύσει οι «επαναστάται» και ήδη είχε δημιουργηθεί μια οχλαγωγία ενός πλήθους στρατιωτών, πολιτικών, φυλακισμένων που απελευθερώθηκαν από τα κοντινά κρατητήρια μετά την κατάλυση της χωροφυλακής, περιέργων που ρωτούσαν να μάθουν τι συμβαίνει.
Ανδρέας Μεταξάς
Το πρωί συγκλήθηκε το "συμβούλιο της επικρατείας" του οποίου τα μέλη ήταν σχεδόν όλα οι μυημένα στο κίνημα και συντάχθηκε μια προκήρυξη που δικαίωνε το κίνημα και διατάγματα για την σύγκληση Εθνοσυνέλευσης, την παύση της κυβέρνησης, την απόλυση όλων των ξένων από τις δημόσιες υπηρεσίες.
Μια επιτροπή αποτελούμενη από τους Γεώργιο Κουντουριώτη, Λ. Μαυρομιχάλη, Γ. Αινιάνα, Γ Ψύλλα, Α. Λόντο και τον γραμματέα του συμβουλίου Κ. Προβελέγγιο εκλέχθηκε για να παρουσιάσει τα ψηφίσματα στον Όθωνα.
Έν τω μεταξύ ο Όθων είχε καταστεί αιχμάλωτος του Καλλέργη που δεν επέτρεπε σε κανέναν να τον πλησιάσει. Βρισκόταν απομωνομένος από τους συμβούλους του και τους ξένους πρεσβευτές, με ένα πλήθος μαζεμένο στην μπροστά στο παλάτι που αδημονούσε όλο και περισσότερο.
Σε αυτή την κατάσταση και με την κρίσιμη παρότρυνση της βασίλισσας Αμαλίας, ο Όθων υπέκυψε και υπέγραψε τα διατάγματα που του έφερε η επιτροπή. Ο ίδιος αργότερα θα πει ότι η πρόθεση του ήταν να παραιτηθεί, αλλά φοβόταν ότι ο τόπος θα έπεφτε στην απόλυτη αναρχία.
Ταυτόχρονα όρκισε κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Ανδρέα Μεταξά και μέλη τους κυριότερους κινηματίες από τα τρία κόμματα (Λόντος, Κανάρης, Παλαμίδης κτλ).
Αντιλαμβανόμενοι την αδυναμία του νεαρού και αδέξιου Άνακτα οι στασιαστές θέλησαν να τον ταπεινώσουν.
Του ζήτησαν να υπογράψει και ένα διάταγμα στο οποίο θα προβλεπόταν η 3η Σεπτεμβρίου ως Εθνική Εορτή!, θα θεσπιζόταν ειδικό παράσημο για τους οπλίτες που έλαβαν μέρος στο κίνημα, ενώ εθνικές
τιμές από τα χέρια του ίδιου του Βασιλιά θα ελάμβαναν και όλοι οι κινηματίες.
Ρήγας Παλαμίδης
Ο Όθων αρχικώς αρνήθηκε επίμονα να υπογράψει απειλώντας με παραίτηση υπέρ του αδερφού του. Οι τρεις πρεσβευτές όμως συνεπικουρούμενοι από την Αμαλία τον έπεισαν να μην πραγματοποιήσει την απειλή του.
Με δάκρυα στα μάτια και χέρια που έτρεμαν ο νεαρός Βασιλεύς υπέγραψε την προσωπική του διαπόμπευση και λίγο μετά παρουσιάστηκε στο πλήθος περιστοιχισμένος από τους νέους του υπουργούς και τους τρεις πρεσβευτές.
Ο στρατός παρήλασε μπροστά από τα ανάκτορα ζητωκραυγάζοντας "ζήτω ο συνταγματικός Βασιλεύς Όθων Α΄" και ενώ η μουσική παιάνιζε επέστρεψε στους στρατώνες του.
Η επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου ήταν σχετικά αναίμακτη και κόστισε μόλις 2 νεκρούς χωροφύλακες.
Συμπέρασμα
Είναι αναμφίβολο πως η 3η Σεπτεμβρίου αποτελεί σημαντικό σταθμό στην νεοελληνική και Ευρωπαϊκή Ιστορία, καθώς η εκλογή Εθνοσυνέλευσης και η κατοχύρωση συνταγματικού καταστατικού χάρτη, αποτέλεσαν σημαντική λαϊκή κατάκτηση αν και η αρχική εφαρμογή τους σε εκείνη την δύσκολη εποχή δεν διαφοροποίησε την ζωή του μέσου Έλληνα.
Οι εκλογές που ακολούθησαν αποτέλεσαν μια φάρσα, οι πολιτικοί άνδρες που χειρίστηκαν τις τύχες της Ελλάδας δεν κατάφεραν να διαφοροποιήσουν ιδιαίτερα την κατάσταση της Χώρας, καθώς το μικρό καχεκτικό Ελληνικό βασίλειο δεν είχε τις δυνατότητες να επουλώσει τόσο γρήγορα τις καταστροφές του πολέμου της ανεξαρτησίας.
Κατά την γνώμη μας, η 3η Σεπτεμβρίου αποτέλεσε την συνισταμένη του συνδυασμού μηχανισμών των τριών πολιτικών κομμάτων με την βούληση των τριών μεγάλων δυνάμεων να χαλιναγωγήσουν την άστατη αλυτρωτική πολιτική του Όθωνα.
Η λαική θέληση και συμμετοχή ήταν εντελώς δευτερεύουσα και ήρθε εκ των υστέρων με έναν λίαν αμφιλεγόμενο τρόπο. Όλες οι σχετικές διηγήσεις για γνήσια λαική συμμετοχή, είτε προήλθαν από τις αναφορές των τριών πρεσβευτών, είτε από Ελληνικές αναφορές, διατυπώθηκαν εκ των υστέρων και αφού το κίνημα είχε επικρατήσει πλήρως και είχε διαμορφώσει μια εντελώς νέα προοπτική.
Αυτό που έκρινε την επιτυχία της 3ης Σεπτεμβρίου έναντι των πολλών άλλων εξεγέρσεων που είχαν συμβεί από την έλευση του Όθωνα και μετά, ήταν η συμμετοχή των μονάδων στρατού που στρατωνίζονταν στην πρωτεύουσα.
Στην περίπτωση των κινηματιών, ο μόνος που κινήθηκε από γνήσιο ιδεαλισμό και χωρίς να βυσσοδομεί κατά του Βασιλιά ήταν ο Μακρυγιάννης.
Η βασική πρόθεση των υπολοίπων ήταν να ανοίξει ο δρόμος για την ανέλιξη τους στην πολιτική εξουσία και στα προνόμια της, προοπτική που εμπόδιζε πεισματικά ο Όθων, και η οποία "ξεκλείδωσε" λίγες ώρες μετά την επιτυχία της κίνησης.
Ιωάννης Μακρυγιάννης
Συμπερασματικά θα παραθέσουμε την άποψη του Επαμεινώνδα Κυριακίδη για την 3η Σεπτεμβρίου :
«Η επανάστασις της 3ης Σεπτεμβρίου ουδαμώς υπό του λαού προήρχετο. Άκαιροι φιλοδοξιαι, απαιτήσεις μη ικανοποιούμεναι πολιτευτών εριζόντων περί τής αρχής και ανικανότης της Μοναρχίας άφρονος και παλιμβούλου, εδιμιούργησαν την 3η Σεπτεμβρίου.
Οι νικηταί της ημέρας αυτής ήταν αντάξιοι των νικημένων. Ούτε αρχαίεπάλαισαν, ούτε αρχαί νίκησαν. Άτομα κατέβαλλον άτομα. Επεσεν μια κυβέρνησις και διορίσθει ετέρα. Ούτε η μια απέρρεεν από του λαού ούτε η άλλη.
Δεν ηνοίχθη μια Βαστίλη, ινα εξέλθουν οι αδίκως κρατούμενοι αλλά κοιναί φυλακαί και εξήλθαν της αγοράς περιτρίμματα.
Ο λαός έστη απαθής.
Ούτε ελυπήθη για την πτώση της απόλυτης Μοναρχίας, ούτε εχάρη δια την ανακήρυξιν του Συντάγματος. Ούτε το εν σύστημα ούτε το άλλο απέρεεν από αυτού.
Αυτό που ζητούσε ήταν καλή διοίκηση , δικαιοσύνη και ησυχία….»
Η επανάσταση αυτή αποτέλεσε ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα της πολιτικής ιστορίας της χώρας που οι Έλληνες δε θα πρέπει να ξεχνάνε, αφού η 3η Σεπτεμβρίου, αποτελεί πλέον κάτι παραπάνω απο ιστορικό γεγονός. Είναι ημέρα μνήμης για την αναίμακτη μετάβαση της Ελλάδας απο την βασιλεία στην συνταγματική μοναρχία, αποδεικνύοντας ότι ο λαός έχει τη δύναμη να εισακουστεί αναίμακτα και χωρίς τη χρήση βίας, ακόμα και κάτω απο τις πιο αντίξοες συνθήκες.