Υπάρχει ένα μεγάλο διαχρονικό έγκλημα.
Η πολιτεία με δανεισμό δισεκατομμυρίων μέχρι σήμερα προσπαθεί να καλύψει και συνεχίζει να καλύπτει όλες τις ελλείψεις, παραλείψεις και σκόπιμες πράξεις (κακουργηματικές σε πολλές περιπτώσεις) του μεγαλυτέρου πολιτικοοικονομικού σκανδάλου του πολιτικού συστήματος της μεταπολίτευσης.
Δε χωρεί πλέον αμφιβολία ότι η μεταπολίτευση στην Ελλάδα λειτούργησε σαν προκάλυμμα για συμμορίες που άλωσαν τα κόμματα, έφτασαν σε υψηλά κομματικά και κυβερνητικά αξιώματα, λεηλάτησαν τα δημόσια οικονομικά, δημιούργησαν νέα οικονομικά και πολιτικά τζάκια και υποθήκευσαν το μέλλον της χώρας μας για δεκαετίες.
Όπως οι ιοί στην ανθρώπινη βιολογία, έτσι και αυτές αποίκισαν στα κόμματα και επιδίωξαν να εκδιώξουν όσους αρχικά αντέδρασαν στο βίο και πολιτεία τους. Κρύβονταν πίσω από πολιτικούς οι οποίοι ήλπιζαν ότι θα διακριθούν στην πολιτική ως μεταρρυθμιστικές και εκσυγχρονιστικές δυνάμεις και υπήρξαν, είτε άθελά είτε ηθελημένα, τη βιτρίνα εγκληματικών οργανώσεων που σε αντίθεση με τη Σικελική μαφία δε ρίσκαρε όταν απομυζούσε τον εθνικό πλούτο από θέση εξουσίας και με ασυλία, βουλευτική και υπουργική.
Για τη διεφθαρμένη κάστα, το πολιτικό σύστημα δημιουργούσε την ψευδαίσθηση της αλλαγής. Αντί της παραδοσιακής και ξεπερασμένης δικτατορίας όπου δεν υπάρχει "εναλλακτική" λύση διακυβέρνησης, ο κομματισμός με την μέθοδο της κολοκυθιάς ,παρείχε τη βαλβίδα εκτόνωσης της λαϊκής δυσαρέσκειας: Το κόμμα ερχόταν στην εξουσία αλλάζοντας τη εικόνα του, προωθώντας νέα πρόσωπα και δημιουργώντας συναισθήματα αλλαγής, ανακούφισης και ελπίδας.
Τα κόμματα κέρδιζαν εκλογές βασιζόμενα στη λήθη και σε μια ρητορική του τύπου «μάθαμε από τα λάθη μας» και «κάναμε την αυτοκριτική μας» με πολιτικούς ηγέτες χαρισματικούς στο λόγο, με άξιους δημαγωγούς που επένδυαν στο συναισθηματισμό και στο θυμικό των Ελλήνων.
Άλλοστε στη βιωσιμότητα του συστήματος της διαφθοράς στην Ελλάδα απαιτούσε δημοκρατική νομιμοποίηση.
Καλλιέργησε έτσι τη λαϊκή ανοχή και κέρδιζε μια σιωπηλή συναίνεση. Κομματικοί παράγοντες εξαγόραζαν μικροαπατεώνες και κουτοπόνηρους υποστηρικτές με ρουσφέτια. Τους έδιναν ένα κόκκαλο για να σκύψουν το κεφάλι και να κλείσουν τα μάτια σε όσα βρώμικα συνέβαιναν.
Με μέσο χειραγώγησης ένα τεράστιο πελατειακό σύστημα, το σύστημα διαφοράς στην Ελλάδα μπορεί να ονομαστεί ως «συμμετοχική διαφθορά». Σε σχέση με τη διαφθορά περιοριζόμενη σε επίπεδο ελίτ, η συμμετοχική διαφθορά βασιζόταν στην εξαγορά με πελατειακές σχέσεις. Εξαγόραζε συνειδήσεις κατευθείαν, και δε χρειαζόταν να ελέγχει συμπεριφορές όπως η καταστολή σε μια τυπική δικτατορία τύπου Λατινικής Αμερικής.
Στο σύστημα αυτό δεν είναι ο χωροφύλακας που σου κτυπάει την πόρτα, αλλά εσύ, ο οπαδός, που σέρνεσαι στα κομματικά γραφεία ζητώντας δουλειά, επιδότηση, δάνειο, καλύτερη στρατιωτική θητεία, ρύθμιση χρεών, δημόσια προμήθεια κτλ.
Στην Ελλάδα, το τρίπολο «εκτεταμένη διαφθορά, γραφειοκρατία και πελατειακές σχέσεις» οδηγούσε το σύστημα στην κρίση του. Οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα και οι επιχειρηματίες εκτός συστήματος χρηματοδοτούσαν το διεφθαρμένο σύστημα με το φόρο τους.
Για να αποφύγουν τη αντίδραση τους, η ελληνική πολιτεία επέτρεψε ένα υψηλό επίπεδο φοροδιαφυγής. Καθώς η φορολογία δεν έφτανε για να χρηματοδοτήσει το κύκλωμα διαφθοράς και το πελατειακό σύστημα, χρειάστηκε τεράστιος δημόσιος δανεισμός υποθήκευσε το μέλλον της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας με ένα γιγάντιο δημόσιο χρέος από τη δεκαετία του 80.
Παράλληλα, λόγω της πολυνομίας και τις διαφθοράς, ξένοι επενδυτές απέφευγαν την Ελλάδα εκτός αν συμμετείχαν κι αυτοί στο κύκλωμα αυτό με μίζες (βλ. Siemens).
Τα δημόσια έργα χρηματοδοτούμενα από την ΕΕ επέτρεπαν ως μάννα εξ ουρανού στο πολιτικό σύστημα την αναπαραγωγή του μοντέλου. Ταυτόχρονα οι «δημόσιες επενδύσεις» εξέτρεψαν ιδιωτικές επενδύσεις από παραγωγικούς τομείς προς στο καιροσκοπικό σύστημα εργολάβων που άφησαν πίσω τους μια χώρα με λίγες υποδομές αλλά χωρίς παραγωγή.
Δηλαδή μια χώρα που δε μπορεί να στηρίξει ούτε το επίπεδο κατανάλωσης της δεκαετίας του 2000. Μια χώρα με ανέργους και με εργαζόμενους να κλαίνε για το μισθό των 400 ευρώ που βλέπουν στον ορίζοντα, καθώς περιφέρονται ανάμεσα στους λίγους υπερτιμολογημένους αυτοκινητοδρόμους, σε πανάκριβα κλειστά γυμναστήρια και σε πάμπολλα δημοτικά θέατρα με το όνομα «Μελίνα Μερκούρη».
Η κρίση που περνάει η χώρα μας είναι, εν ολίγοις, αποτέλεσμα του πολιτικοοικονομικού συστήματος όπως διαμορφώθηκε στη μεταπολίτευση.
Η επίσημη χρεοκοπία της χώρας, άσχετα με τις τεχνικές αναβαθμίσεις των οίκων στη βάση της ύπαρξης από συγκεκριμένες πηγές , διακρατικού χαρακτήρα, δανεισμού, δεν ανατρέπεται παρά με πολύ πιο συντριπτικές ανατροπές και αλλαγές όχι πλέον στους μισθούς και τις συντάξεις, αλλά στη δομή του πολιτεύματος , στην λειτουργία του κράτους, στον εθνικό επανακαθορισμό των Ελλήνων, στην αναβάθμιση και νέα θεώρηση της γεωπολιτικής θέσης και των συμμαχιών της χώρας.
Και θα ήταν μια ιστορική ευκαιρία για την ελληνική κοινωνία να πιέσει ώστε να απαγκιστρωθεί η χώρα από το σύστημα αυτό αν υπήρχαν ισχυρές τέτοιες πολιτικές δυνάμεις που θα μπορούσαν να το υποστηρίξουν.
Αλλά με ιδέες ξεπερασμένες περί κρατισμού από τα αριστερά και επικίνδυνες φιλελεύθερες αρλούμπες από τα δεξιά, το διεφθαρμένο κατεστημένο χαμογελά πονηρά.
Προς το παρόν αγοράζει χρόνο, κρυπτόμενο μέσα στα <<μεγάλα>> κόμματα, μέχρι τη στιγμή που η Ελλάδα κάπως ορθοποδήσει ισορροπώντας στο μισθό των 400 ευρώ μετά από δέκα ή δεκαπέντε χρόνια. Τότε θα επανέλθουν δυναμικά για να συνεχίσουν τον κύκλο πολιτικής διαφθοράς, λαϊκισμού και οικονομικής κρίσης μιλώντας πάλι για σοσιαλδημοκρατία και για «ριζοσπαστικό φιλελευθερισμό».
Η Μεταπολίτευση άρχισε το 1974 με τον Αττίλα 2 και την τραγωδία στην Κύπρο και δυστυχώς τελειώνει με την ελληνική οικονομική τραγωδία ,που μονιμοποιεί και επισημοποιεί και την απώλεια της Ελλάδας.
Η πολιτεία με δανεισμό δισεκατομμυρίων μέχρι σήμερα προσπαθεί να καλύψει και συνεχίζει να καλύπτει όλες τις ελλείψεις, παραλείψεις και σκόπιμες πράξεις (κακουργηματικές σε πολλές περιπτώσεις) του μεγαλυτέρου πολιτικοοικονομικού σκανδάλου του πολιτικού συστήματος της μεταπολίτευσης.
Δε χωρεί πλέον αμφιβολία ότι η μεταπολίτευση στην Ελλάδα λειτούργησε σαν προκάλυμμα για συμμορίες που άλωσαν τα κόμματα, έφτασαν σε υψηλά κομματικά και κυβερνητικά αξιώματα, λεηλάτησαν τα δημόσια οικονομικά, δημιούργησαν νέα οικονομικά και πολιτικά τζάκια και υποθήκευσαν το μέλλον της χώρας μας για δεκαετίες.
Όπως οι ιοί στην ανθρώπινη βιολογία, έτσι και αυτές αποίκισαν στα κόμματα και επιδίωξαν να εκδιώξουν όσους αρχικά αντέδρασαν στο βίο και πολιτεία τους. Κρύβονταν πίσω από πολιτικούς οι οποίοι ήλπιζαν ότι θα διακριθούν στην πολιτική ως μεταρρυθμιστικές και εκσυγχρονιστικές δυνάμεις και υπήρξαν, είτε άθελά είτε ηθελημένα, τη βιτρίνα εγκληματικών οργανώσεων που σε αντίθεση με τη Σικελική μαφία δε ρίσκαρε όταν απομυζούσε τον εθνικό πλούτο από θέση εξουσίας και με ασυλία, βουλευτική και υπουργική.
Για τη διεφθαρμένη κάστα, το πολιτικό σύστημα δημιουργούσε την ψευδαίσθηση της αλλαγής. Αντί της παραδοσιακής και ξεπερασμένης δικτατορίας όπου δεν υπάρχει "εναλλακτική" λύση διακυβέρνησης, ο κομματισμός με την μέθοδο της κολοκυθιάς ,παρείχε τη βαλβίδα εκτόνωσης της λαϊκής δυσαρέσκειας: Το κόμμα ερχόταν στην εξουσία αλλάζοντας τη εικόνα του, προωθώντας νέα πρόσωπα και δημιουργώντας συναισθήματα αλλαγής, ανακούφισης και ελπίδας.
Τα κόμματα κέρδιζαν εκλογές βασιζόμενα στη λήθη και σε μια ρητορική του τύπου «μάθαμε από τα λάθη μας» και «κάναμε την αυτοκριτική μας» με πολιτικούς ηγέτες χαρισματικούς στο λόγο, με άξιους δημαγωγούς που επένδυαν στο συναισθηματισμό και στο θυμικό των Ελλήνων.
Άλλοστε στη βιωσιμότητα του συστήματος της διαφθοράς στην Ελλάδα απαιτούσε δημοκρατική νομιμοποίηση.
Καλλιέργησε έτσι τη λαϊκή ανοχή και κέρδιζε μια σιωπηλή συναίνεση. Κομματικοί παράγοντες εξαγόραζαν μικροαπατεώνες και κουτοπόνηρους υποστηρικτές με ρουσφέτια. Τους έδιναν ένα κόκκαλο για να σκύψουν το κεφάλι και να κλείσουν τα μάτια σε όσα βρώμικα συνέβαιναν.
Με μέσο χειραγώγησης ένα τεράστιο πελατειακό σύστημα, το σύστημα διαφοράς στην Ελλάδα μπορεί να ονομαστεί ως «συμμετοχική διαφθορά». Σε σχέση με τη διαφθορά περιοριζόμενη σε επίπεδο ελίτ, η συμμετοχική διαφθορά βασιζόταν στην εξαγορά με πελατειακές σχέσεις. Εξαγόραζε συνειδήσεις κατευθείαν, και δε χρειαζόταν να ελέγχει συμπεριφορές όπως η καταστολή σε μια τυπική δικτατορία τύπου Λατινικής Αμερικής.
Στο σύστημα αυτό δεν είναι ο χωροφύλακας που σου κτυπάει την πόρτα, αλλά εσύ, ο οπαδός, που σέρνεσαι στα κομματικά γραφεία ζητώντας δουλειά, επιδότηση, δάνειο, καλύτερη στρατιωτική θητεία, ρύθμιση χρεών, δημόσια προμήθεια κτλ.
Στην Ελλάδα, το τρίπολο «εκτεταμένη διαφθορά, γραφειοκρατία και πελατειακές σχέσεις» οδηγούσε το σύστημα στην κρίση του. Οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα και οι επιχειρηματίες εκτός συστήματος χρηματοδοτούσαν το διεφθαρμένο σύστημα με το φόρο τους.
Για να αποφύγουν τη αντίδραση τους, η ελληνική πολιτεία επέτρεψε ένα υψηλό επίπεδο φοροδιαφυγής. Καθώς η φορολογία δεν έφτανε για να χρηματοδοτήσει το κύκλωμα διαφθοράς και το πελατειακό σύστημα, χρειάστηκε τεράστιος δημόσιος δανεισμός υποθήκευσε το μέλλον της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας με ένα γιγάντιο δημόσιο χρέος από τη δεκαετία του 80.
Παράλληλα, λόγω της πολυνομίας και τις διαφθοράς, ξένοι επενδυτές απέφευγαν την Ελλάδα εκτός αν συμμετείχαν κι αυτοί στο κύκλωμα αυτό με μίζες (βλ. Siemens).
Τα δημόσια έργα χρηματοδοτούμενα από την ΕΕ επέτρεπαν ως μάννα εξ ουρανού στο πολιτικό σύστημα την αναπαραγωγή του μοντέλου. Ταυτόχρονα οι «δημόσιες επενδύσεις» εξέτρεψαν ιδιωτικές επενδύσεις από παραγωγικούς τομείς προς στο καιροσκοπικό σύστημα εργολάβων που άφησαν πίσω τους μια χώρα με λίγες υποδομές αλλά χωρίς παραγωγή.
Δηλαδή μια χώρα που δε μπορεί να στηρίξει ούτε το επίπεδο κατανάλωσης της δεκαετίας του 2000. Μια χώρα με ανέργους και με εργαζόμενους να κλαίνε για το μισθό των 400 ευρώ που βλέπουν στον ορίζοντα, καθώς περιφέρονται ανάμεσα στους λίγους υπερτιμολογημένους αυτοκινητοδρόμους, σε πανάκριβα κλειστά γυμναστήρια και σε πάμπολλα δημοτικά θέατρα με το όνομα «Μελίνα Μερκούρη».
Η κρίση που περνάει η χώρα μας είναι, εν ολίγοις, αποτέλεσμα του πολιτικοοικονομικού συστήματος όπως διαμορφώθηκε στη μεταπολίτευση.
Η επίσημη χρεοκοπία της χώρας, άσχετα με τις τεχνικές αναβαθμίσεις των οίκων στη βάση της ύπαρξης από συγκεκριμένες πηγές , διακρατικού χαρακτήρα, δανεισμού, δεν ανατρέπεται παρά με πολύ πιο συντριπτικές ανατροπές και αλλαγές όχι πλέον στους μισθούς και τις συντάξεις, αλλά στη δομή του πολιτεύματος , στην λειτουργία του κράτους, στον εθνικό επανακαθορισμό των Ελλήνων, στην αναβάθμιση και νέα θεώρηση της γεωπολιτικής θέσης και των συμμαχιών της χώρας.
Και θα ήταν μια ιστορική ευκαιρία για την ελληνική κοινωνία να πιέσει ώστε να απαγκιστρωθεί η χώρα από το σύστημα αυτό αν υπήρχαν ισχυρές τέτοιες πολιτικές δυνάμεις που θα μπορούσαν να το υποστηρίξουν.
Αλλά με ιδέες ξεπερασμένες περί κρατισμού από τα αριστερά και επικίνδυνες φιλελεύθερες αρλούμπες από τα δεξιά, το διεφθαρμένο κατεστημένο χαμογελά πονηρά.
Προς το παρόν αγοράζει χρόνο, κρυπτόμενο μέσα στα <<μεγάλα>> κόμματα, μέχρι τη στιγμή που η Ελλάδα κάπως ορθοποδήσει ισορροπώντας στο μισθό των 400 ευρώ μετά από δέκα ή δεκαπέντε χρόνια. Τότε θα επανέλθουν δυναμικά για να συνεχίσουν τον κύκλο πολιτικής διαφθοράς, λαϊκισμού και οικονομικής κρίσης μιλώντας πάλι για σοσιαλδημοκρατία και για «ριζοσπαστικό φιλελευθερισμό».
Η Μεταπολίτευση άρχισε το 1974 με τον Αττίλα 2 και την τραγωδία στην Κύπρο και δυστυχώς τελειώνει με την ελληνική οικονομική τραγωδία ,που μονιμοποιεί και επισημοποιεί και την απώλεια της Ελλάδας.