ΕΛΛΗΝΙΚΟΤΗΤΑ

ΤΟ ΑΙΜΟΣ BLOG ΣΑΣ ΕΥΧΕΤΑΙ ΕΤΟΣ 2022, ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΕΤΟΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ Ο ΣΗΜΕΡΙΝΟΣ ΕΧΘΡΟΣ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ Η ΠΑΡΑΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ



Το πρώτο βήμα για να εξοντώσεις ένα έθνος, είναι να διαγράψεις τη μνήμη του.Να καταστρέψεις τα βιβλία του, την κουλτούρα του, την ιστορία του.Μετά να βάλεις κάποιον να γράψει νέα βιβλία, να κατασκευάσει μια νέα παιδεία, να επινοήσει μια νέα ιστορία ...Δεν θα χρειαστεί πολύς καιρός για να αρχίσει αυτό το έθνος να ξεχνά ποιο είναι και ποιο ήταν.Ο υπόλοιπος κόσμος γύρω του θα το ξεχάσει ακόμα πιο γρήγορα».Δεν είναι κακό να μην αισθάνεται κανείς Έλληνας, όπως και να πιστεύει άκριτα, όπου αυτός θέλει, τόσα δισεκατομμύρια άνθρωποι άλλωστε το κάνουν αυτό, κακό είναι να διαστρεβλώνει την αλήθεια με ανύπαρκτες γνώσεις και ψεύδη! ”Το πολιτικό σύστημα θριαμβεύει επειδή είναι μια ενωμένη μειοψηφία που ενεργεί εναντίον μιας διαιρεμένης πλειοψηφίας.”

Τα κόμματα αντανακλούν κοινωνικές πραγματικότητες και ιδεολογικές αφετηρίες. Και μονάχα όταν η ίδια η κοινωνία τα απορρίψει, περνούν στην Ιστορία.

Τρίτη 13 Ιουλίου 2021

17 ΙΟΥΛΙΟΥ 1974: Ο ΑΤΤΙΛΑΣ ΠΗΡΕ ΤΟ ΠΡΑΣΙΝΟ ΦΩΣ ....ΕΡΧΟΤΑΝ.

ΤΟ ΑΠΟΡΡΗΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΕΛΔΥΚ 
ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΕΙΣΒΟΛΗ.
Ο «Αττίλας» ερχόταν

Η πρώτη βόμβα που έπεσε στην Κύπρο, ξημερώματα της 20ής Ιουλίου 1974, κατέστρεψε την Αίθουσα Επιχειρήσεων της ΕΛΔΥΚ. Η δεύτερη, το Κέντρο Επικοινωνιών της ίδιας μονάδας. Το χρονικό ενός πολέμου, που αναμένεται να αναγνωριστεί επισήμως με νομοσχέδιο του Υπουργείου Άμυνας, έχει καταγραφεί στις σελίδες του Απόρρητου Πολεμικού Ημερολογίου της Ελληνικής Δύναμης Κύπρου.

Συντάκτης του είναι ο Tαγματάρχης Θεοδόσης Καλλιώρας, τότε διευθυντής του 3ου Γραφείου. Ο ίδιος κρατούσε σημειώσεις κατά τη διάρκεια των μαχών, που δακτυλογραφήθηκαν μετά τη λήξη της δεύτερης φάσης του πολέμου, πριν από 24 χρόνια, από τον Λάμπρο Γώγο της 103 σειράς. Το στρατόπεδο είχε καταστραφεί και, με τη λήξη της δεύτερης φάσης, παραδόθηκε στους Τούρκους στις 16 Αυγούστου. Επισήμως, η τουρκική εισβολή είχε τελειώσει...

«Αποτελεί τις σελίδες μιας ιστορίας που ακόμη δεν έχει αναγνωρίσει το επίσημο κράτος», επισημαίνει ο δακτυλογράφος του ημερολογίου, σήμερα πρόεδρος του Συνδέσμου Πολεμιστών ΕΛΔΥΚ. «Μπορεί να μην είναι πλήρες το κείμενο, αλλά σίγουρα αναφέρει τα ελάχιστα απ' όσα έγιναν στην Κύπρο», συμπληρώνει ο ίδιος.

«Αν λιγοψυχήσαμε; Πρώτος εγώ το λέω. Κι όποιος πει ότι δε φοβάται στον πόλεμο είναι ψεύτης. Το θέμα είναι τι κάνεις για να επιβιώσεις. Έδειχνα ήρεμος, αλλά έπιανα το χέρι μου και μέτραγα διακόσιους σφυγμούς. Έχανα τον μπούσουλα. Το θέμα είναι ότι δεν την κοπάνησε κανένας», θυμάται ο Λ. Γώγος. «κερδίσαμε τις περισσότερες μάχες αλλά χάσαμε τον πόλεμο. Στο Μουσείο Ιστορίας του Λονδίνου έχει καταγραφεί ως μια από τις πιο άνισες μάχες που δόθηκαν. Και στις Θερμοπύλες χάσαμε, αλλά δεν αποτελούν μια ένδοξη σελίδα στην Ιστορία;».

ΑΠΟΡΡΗΤΟΝ
ΠΟΛΕΜΙΚΟΝ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ
(ΕΛΔΥΚ 20 ΙΟΥΛΙΟΥ 1974)
1. ΚΑΙΡΟΣ: Αίθριος - Λίαν θερμός (34-36°C).

2. ΕΧΘΡΟΣ: Πέντε αεροσκάφη τύπου ΝΤΑΚΟΤΑ και εν τύπου C130 έρριψαν, περί την 06.00 ώραν, αλεξιπτωτιστάς εις περιοχήν Δυτικώς χωρίου ΚΙΟΝΕΛΙ.

Την 06.05 ω δύο εχθρικά αεροσκάφη εβομβάρδισαν το Στρατόπεδον της ΕΛΔΥΚ αιφνιδιαστικώς διά δύο βομβών 1.000 λιβρών. Η πρώτη βόμβα έπεσεν επί της Αιθούσης Επιχειρήσεων, την κατέστρεψεν ολοσχερώς, ομοίως κατέστρεψεν το Διοικητήριον, τα πέριξ ΤΟΛ (Γραμματείας, ΕΣΑ, Ταμείου, Οδοντιατρείου, Εποπτείου, Καντίνας), τρία τζιπ, το ηλεκτρικόν δίκτυον και δίκτυον επικοινωνιών. Η ετέρα κατέστρεψεν κτίριον ΛΒΟ - Κέντρον Επικοινωνιών και αριθμόν οχημάτων. Προκάλεσαν επίσης απωλείας εις το προσωπικόν (νεκροί - τραυματίαι).


Την 08.30 ω έτερα δύο εχθρικά αεροσκάφη επολυβόλησαν το Στρατόπεδον και έρριψαν ρουκέτας. Επροξενήθησαν ζημίαι και ελαφραί απώλειαι εις προσωπικόν.


3. ΗΜΕΤΕΡΑ ΚΑΤΑΣΤΑΣΙΣ: Την 05.00 ω ο Δ/κτής της ΕΛΔΥΚ διατάσσει διασποράν Μονάδων εντός του Στρατοπέδου, ήτις επραγματοποιήθη εντός 30΄. Την 05.45 διατάσσεται εφαρμογή του Σταδίου «Δ» Α/Α Αμύνης (όπλα τεταγμένα. Α/Α βολή μόνον εις περίπτωσιν προσβολής). (...)

Την 09.00 ω εγένετο επιθετική αναγνώρισις, κατόπιν προφορικής Διαταγής ΓΕΕΦ, διά δύο Λόχων και ενός ουλαμού αρμάτων προς ΚΙΟΝΕΛΙ, με σκοπόν την εγκατάστασιν στοιχείου ασφαλείας εκείθεν της γραμμής αμύνης του στρατοπέδου και αναγνώρισιν της αμυντικής τοποθεσίας του εχθρού. Η ενέργεια ανεκόπη υπό πυρκαϊάς εκτεταμένης εις θάμνους και χόρτα προ της τοποθεσίας, ην δεν ηδυνήθησαν να διαβούν τα άρματα.

Την 17.00 δι' επιτελούς Τχου (ΠΖ) Μιχαήλ, απεστάλη Δ/γή επιθέσεως, δι' ης καθωρίζετο ότι περί την 18.30 θα εξεδηλούτο γενική επίθεσις διά δυνάμεων της ΙΙΙ ΑΤΔ και ΕΛΔΥΚ προς κατάληψιν ΚΙΟΝΕΛΙ. Ούτω την 18.30 εκτοξεύεται γενική επίθεσις με δύο ΤΟ εν α΄ κλιμακίω (με δύο Λόχους έκαστον) τη συνεργασία «ΙΛΗΣ» αρμάτων και τη υποστηρίξει Πυ/κού (Μοίρα). 

Η επίθεσις εξελίχθη επιτυχώς αρχικώς και τα τμήματα υπερέβησαν την πρώτην σειράν πολυβολείων της τοποθεσίας, ανεκόπη δε προ Α/Τ τάφρου και δευτέρας σειράς πολυβολείων, εις ην επαγιδεύθησαν δύο άρματα και δύο έτερα κατεστράφησαν. Ουδέν εκ των αρμάτων ηδυνήθη να διαβή την τάφρον. Το Πεζικόν προχωρήσαν και πέραν της τάφρου εδέχθη καταιγιστικά πυρά παρά πολ/λων και η περαιτέρω κίνησις κατέστη αδύνατος. 

Η επίθεσις διήρκεσε μέχρι της 02.00 ω της 21.7.74 και τα τμήματα έσχον μεγάλας απωλείας, δεδομένου ότι αι λοιπαί κατευθύνσεις δεν ευοδώθησαν, άμα τη εκδηλώσει και λόγω επικειμένης επελεύσεως του φωτός της ημέρας, καθ' ην η εχθρική αεροπορία θα προεκάλει σοβαράς απωλείας, απεφασίσθη η σύμπτυξις των τμημάτων, ήτις επερατώθη με το Π.Φ. κατόπιν διαταγής του ΓΕΕΦ.

4. ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΜΕΡΙΜΝΑ:

α. Διετάχθη τηλεφωνικώς η διανομή του εις χώρον της ΕΛΔΥΚ, φυλασσομένου οπλισμού του ΓΕΕΦ εις διάφορα τμήματα (επιστρατευομένους, εφέδρους, οργανώσεις κτλ.) με σειράν προτεραιότητος ΠΑΟ 106 χιλ., όλμοι 4,2΄΄ και ελαφρός οπλισμός.

β. Εκ των ως άνω βομβαρδισμών της πρώτης ημέρας η ΕΛΔΥΚ έσχεν τας κάτωθι απωλείας: Αξκοί τραυματίαι 2, Μόν. Υπξκοί τραυματίαι 3, Οπλίται νεκροί 3, τραυματίαι 10.

γ. Ομοίως κατά την νυκτερινήν επίθεσιν 20/21 προς ΚΙΟΝΕΛΙ εσημειώθησαν αι κάτωθι απώλειαι:

Αξκοί τραυματίαι 5, Μόν. Υπξκοί νεκροί 1, Οπλίται νεκροί 7, τραυματίαι 12, αγνοούμενοι 11.


Ο «Αττίλας» ερχόταν


Στις 19 Ιουλίου 1974, τέσσερις μόλις μέρες μετά το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου, τα ξένα ειδησεογραφικά πρακτορεία μετέδιδαν την είδηση ότι η Τουρκία είχε αρχίσει τις προεργασίες για εισβολή στην Κύπρο.


Οι πρωινές τουρκικές εφημερίδες, προτρέχοντας των γεγονότων, έγραφαν ότι ο αποβατικός στόλος βρισκόταν ήδη στα ανοιχτά της Κύπρου. Ηταν ένα τέχνασμα του Γενικού Επιτελείου, για να δεσμευτεί η τουρκική κυβέρνηση στην κοινή γνώμη και να μην μπορεί να υπαναχωρήσει, όσες πιέσεις κι αν δεχόταν.

Στην πραγματικότητα, ο στόλος αναχώρησε στις 10.30 το πρωί. Το ταξίδι προς τις βόρειες ακτές της Κύπρου θα διαρκούσε 20 ώρες. Το πρώτο αποβατικό πλοιάριο αναμενόταν να φτάσει γύρω στις 5.30 το πρωί της 20ής Ιουλίου. Το Γενικό Επιτελείο επέτρεψε την κινηματογράφηση του απόπλου του στόλου. Σκηνές μεταδόθηκαν από το BBC στο απογευματινό τηλεοπτικό δελτίο ειδήσεων των 5.30.

Οι πληροφορίες για επικείμενη εισβολή στην Κύπρο έφτασαν στο νησί μέσω των εκπομπών ξένων ραδιοσταθμών και διαδόθηκαν σε όλο το νησί από στόμα σε στόμα. Γύρω στο μεσημέρι διαδόθηκε ο ψίθυρος ότι στην Αμμόχωστο βρίσκονταν σε εξέλιξη συγκρούσεις μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. 

Στη Λευκωσία άρχισαν να κλείνουν τα καταστήματα και ο κόσμος αποσυρόταν στα σπίτια του. Το καθεστώς Σαμψών, προσπαθώντας να περιορίσει τον πανικό, διαβεβαίωνε την κοινή γνώμη ότι δεν έτρεχε τίποτα. Αργά το απόγευμα, το ΡΙΚ μετέδωσε ανακοίνωση του γενικού εισαγγελέα Κρίτωνα Τορναρίτη. Είχε δηλώσει πίστη στο πραξικοπηματικό καθεστώς και διατήρησε τη θέση του - σύμφωνα με την οποία η διασπορά ψευδών ειδήσεων ήταν ποινικό αδίκημα.

Η Τουρκία διέθετε 106 αποβατικά σκάφη, αλλά στο πρώτο αποβατικό κύμα συμμετείχαν μόνο 11, συνοδευόμενα από αντιτορπιλικά, αρματαγωγά και άλλα πλοία συνοδείας. Τα υπόλοιπα είτε διατηρήθηκαν ως εφεδρεία στη Μερσίνα, για να μεταφέρουν νέες δυνάμεις στην Κύπρο, είτε προωθήθηκαν προς το Αιγαίο για να χρησιμοποιηθούν για απόβαση σε ελληνικά νησιά, στην περίπτωση που η Ελλάδα θα έμπαινε στον πόλεμο. 

Μέχρι την έναρξη της εισβολής, η Τουρκία είχε μετακινήσει στα σύνορά της με την Ελλάδα το 70% των δυνάμεών της.

Η Τουρκία διέθετε το 1974 το μεγαλύτερο στρατό του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη. Είχε υπό τα όπλα 453.000 άντρες, από τους οποίους οι 365.000 υπηρετούσαν στο στρατό ξηράς, οι 40.000 στο ναυτικό και οι 48.000 στην αεροπορία. 

Το οπλοστάσιό της ήταν αμερικανικής προέλευσης και, για την εποχή του, σύγχρονο. Διέθετε 1.500 μεσαία άρματα μάχης Μ-47 και Μ-48, τεθωρακισμένα Μ-8, 1.000 τεθωρακισμένα φορτηγά Μ-59, 200 αυτοκινούμενα πυροβόλα, αντιαρματικούς πυραύλους κ.ά. Το ναυτικό διέθετε 19 αντιτορπιλικά, 17 υποβρύχια και κανονιοφόρους, 11 τορπιλακάτους, 4 αρματαγωγά, 106 αποβατικά, 67 βοηθητικά και διάφορα άλλα σκάφη. Η αεροπορία είχε στη δύναμή της 292 αεροσκάφη, μεταξύ των οποίων Φάντομ F-4E, F-104G, F-100D, F-84F κ.ά.

Στην επιχείρηση κατά της Κύπρου συμμετείχαν 40.000 στρατιώτες. Χρησιμοποιήθηκε η 39η Μεραρχία, η οποία είχε συγκροτηθεί μετά το 1964, αποκλειστικά και μόνο για να χρησιμοποιηθεί στην εισβολή κατά της Κύπρου. Η 39η Μεραρχία ενισχύθηκε από ένα σύνταγμα πεζοναυτών, μια ταξιαρχία αλεξιπτωτιστών και μια ταξιαρχία καταδρομέων. Η αποβατική δύναμη υποστηριζόταν από το ναυτικό και την αεροπορία. Γενικός συντονιστής της επιχείρησης ήταν το Γραφείο Ειδικού Πολέμου, με επικεφαλής τον στρατηγό Γιαμάκ Κεμάλ.

Η κυπριακή Εθνοφρουρά, από την άλλη, ήταν εξοπλισμένη με πεπαλαιωμένο υλικό, κυρίως ρωσικής προέλευσης, κατάλοιπο του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Διέθετε 35 απηρχαιωμένα άρματα μάχης Τ34, 45 τεθωρακισμένα μεταφοράς προσωπικού BTR, 20 πυροβόλα των 100 χιλιοστών και 60 πυροβόλα μικρότερων διαμετρημάτων. Διέθετε επίσης 45 βρετανικά τεθωρακισμένα οχήματα αναγνώρισης Μάρμον Χάριγκτον, 280 ΠΑΟ όλων των διαμετρημάτων, 20 αντιαεροπορικά πυροβόλα Μπόφορς και άλλα ελαφρότερα όπλα. Οι οπλίτες ήταν εφοδιασμένοι με τυφέκια Λι Ενφιλτ Νο 4, κοινώς μαρτίνια, κατάλοιπα κι αυτά του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Η μετακίνηση του ανθρώπινου δυναμικού, η ρυμούλκηση των πυροβόλων και η μεταφορά των εφοδίων στηριζόταν σε προπολεμικά οχήματα, τα οποία είχαν αποσυρθεί από το βρετανικό στρατό ως ακατάλληλα, τη δεκαετία του 1940. Η Κύπρος δεν διέθετε αεροπορία, ενώ το ναυτικό ήταν εξοπλισμένο με πέντε ρωσικές τορπιλακάτους. Τα μέσα αυτά ήταν υπέρ του δέοντος ικανοποιητικά για την επιτυχή διεξαγωγή ενός πραξικοπήματος, αλλά ελάχιστα για να αντιπαραταχθούν με έναν πολυπρόσωπο και άρτια οργανωμένο στρατό του ΝΑΤΟ, εξοπλισμένο με όλα τα μέσα για τη διεξαγωγή ενός σύγχρονου πολέμου. Εκτός από το αρνητικό για την Κύπρο ισοζύγιο δυνάμεων, η πραξικοπηματική ηγεσία της Εθνικής Φρουράς αποψίλωσε την άμυνα της Κύπρου και αποδιοργάνωσε όλες τις συγκροτημένες μονάδες της Εθνικής Φρουράς που διέθεταν βαριά όπλα.
Το τουρκικό σχέδιο


Σύμφωνα με το επιχειρησιακό σχέδιο που είχε καταρτίσει το τουρκικό γενικό επιτελείο, η επιδρομή κατά της Κύπρου θα άρχιζε με μαζικούς βομβαρδισμούς εναντίον στρατιωτικών εγκαταστάσεων της Εθνοφρουράς, με στόχο την πλήρη αποδιοργάνωση της άμυνας του νησιού. 

Θα ακολουθούσε η αποβίβαση δυνάμεων από τη θάλασσα στην ακτή δυτικά της Κερύνειας. Ταυτόχρονα, μεταγωγικά αεροπλάνα θα έριχναν μεγάλη δύναμη αλεξιπτωτιστών στον τουρκικό θύλακο βόρεια της Λευκωσίας, για να ενισχύσουν τις δυνάμεις των Τουρκοκυπρίων και της ΤΟΥΡΔΥΚ και να αντιμετωπίσουν οποιαδήποτε ενέργεια της Εθνικής Φρουράς. 

Η ενίσχυση του θυλάκου θα γινόταν και με δυνάμεις καταδρομών, που θα μεταφέρονταν στην περιοχή Αγύρτας, στη νότια πλαγιά του Πενταδάκτυλου, με αποστολή να κινηθούν προς τη βόρεια ακτή και να συνενωθούν με το προγεφύρωμα της Κερύνειας.

Στόχος των Τούρκων ήταν, μέσα στο πρώτο εικοσιτετράωρο, να δημιουργήσουν προγεφύρωμα στην ακτή της Κερύνειας, να καταλάβουν την πόλη, να συνενώσουν το λιμάνι με τον κύριο τουρκοκυπριακό θύλακο βόρεια της Λευκωσίας και να καταλάβουν το αεροδρόμιο της πρωτεύουσας.

Στις 21.15 της 19ης Ιουλίου, το ραντάρ του Σταθμού Εγκαιρης Προειδοποίησης (ΣΕΠ) της Ναυτικής Διοίκησης Κύπρου στο ακρωτήριο του Αποστόλου Ανδρέα εντόπισε έξι πλοία σε σχηματισμό να κατευθύνονται προς τον κόλπο της Αμμοχώστου. Τα τέσσερα από αυτά ήταν εμπορικά, αφού η νηοπομπή χρησιμοποιήθηκε παραπλανητικά από τους Τούρκους, για να παρασύρουν την Εθνική Φρουρά να μετακινήσει τις δυνάμεις της προς την Αμμόχωστο, για να είναι πιο εύκολη η απόβασή τους στην Κερύνεια. Περίπου μισή ώρα αργότερα εντοπίστηκαν από τα ραντάρ ακόμη έντεκα πλοία, τα οποία κατευθύνονταν προς το ακρωτήριο Κορμακίτη, βορειοδυτικά της Κύπρου. Αυτός ήταν ο πραγματικός αποβατικός στόλος.

Η ηγεσία της Εθνικής Φρουράς βρισκόταν στο ΓΕΕΦ και παρακολουθούσε τις εξελίξεις. Οπως ανέφερε σε μεταγενέστερη κατάθεσή του ο διοικητής Ναυτικού, αντιπλοίαρχος Γεώργιος Παπαγιάννης, είχε πάει στο γραφείο του ταξίαρχου Γεωργίτση, ο οποίος εκτελούσε χρέη αρχηγού της Εθνικής Φρουράς. 

Ο αρχηγός της Εθνικής Φρουράς, Γεώργιος Ντενίσης, διαφωνούσε με το πραξικόπημα και σκόπιμα κλήθηκε στην Αθήνα στις 13 Ιουλίου. Την επομένη του πραξικοπήματος διατάχθηκε να επιστρέψει στο νησί, αλλά αρνήθηκε να συμμορφωθεί και υπέβαλε την παραίτησή του. Τότε, η χούντα διόρισε ως αντικαταστάτη του τον αρχηγό του πραξικοπήματος, Μιχαήλ Γεωργίτση - και τον ενημέρωσε για τις κινήσεις του τουρκικού στόλου. «Ο Α/ΓΕΕΦ αμέσως, παρουσία μου, ετηλεφώνησεν εις ΑΕΔ διά του απ' ευθείας τηλεφώνου, το οποίον είχομεν εγκαταστήσει προ τετραημέρου. Εν συνεχεία μου είπεν να εξακολουθήσω την παρακολούθησιν τούτων και ότι εκ του ΑΕΔ του είπον ότι πρόκειται προφανώς περί ασκήσεως».

Γύρω στις δύο το πρωί της 20ής Ιουλίου τα έξι πλοία π


Η πληροφορία διαβιβάστηκε και πάλι από τον Γεωργίτση στο Αρχηγείο Ενόπλων Δυνάμεων, για να πάρει την απάντηση πως «αυτό ήτο επιβεβαιωτική ένδειξις ότι επρόκειτο περί ασκήσεως». Στις τέσσερις τα χαράματα, τα άλλα έντεκα τουρκικά πλοία είχαν φθάσει σε απόσταση 15 μιλίων από την Κερύνεια.«Από της ώρας ταύτης, συνεχώς εδίδοντο αναφοραί εις ΑΕΔ, άνευ όμως ουδεμίας αντιδράσεως ή εντολής, υπό τούτων προς ημάς», αναφέρει ο Παπαγιάννης. Στις 4.30 η νηοπομπή σταμάτησε σε απόσταση 10 μιλίων από την Κερύνεια, εκτός των χωρικών υδάτων της Κύπρου. «Τούτο αναφέρεται εις ΑΕΔ.            
Αντίδρασις ουδεμία».
Ούτε τα στοιχειώδη…

Αποτέλεσμα εικόνας για ΜΠΟΝΑΝΟΣ ΓΑΛΑΤΣΑΝΟΣ ΑΡΑΠΑΚΗΣ
Ακόμη και εκείνη τη στιγμή το ΓΕΕΦ δεν διέταξε τις μονάδες της Εθνικής Φρουράς να εφαρμόσουν το σχέδιο συναγερμού, να εκκενώσουν τα στρατόπεδα και να μετακινηθούν στους χώρους διασποράς τους. Ετσι, η έναρξη της εισβολής, με ελάχιστες εξαιρέσεις, βρήκε τις μονάδες στα στρατόπεδά τους και τους στρατιώτες να κοιμούνται στους κοιτώνες τους. Μια από τις εξαιρέσεις ήταν η ΕΛΔΥΚ, που είχε ενημερωθεί έγκαιρα για την επικείμενη εισβολή. 

Ο αντισυνταγματάρχης Γεώργιος Κούρτης του κλιμακίου Κύπρου της ελληνικής ΚΥΠ πήγε στο στρατόπεδό της και ενημέρωσε σχετικά το διοικητή της, συνταγματάρχη Νικολαΐδη. Μια ώρα πριν από την έναρξη των τουρκικών επιχειρήσεων, ο Νικολαΐδης έθεσε την ΕΛΔΥΚ σε κατάσταση συναγερμού και διέταξε την εφαρμογή του σχεδίου διασποράς.

Στις 4.45 την αυγή άρχισε η τουρκική επίθεση με αεροπορικούς βομβαρδισμούς κατά στρατιωτικών εγκαταστάσεων στις βόρειες ακτές, στην οροσειρά του Πενταδάκτυλου και στην περιοχή Λευκωσίας. Βομβαρδίστηκε το στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ, τα στρατόπεδα πυροβολικού στην Αθαλάσσα και το αεροδρόμιο. 

Η τουρκική αεροπορία δεν σπατάλησε ούτε μια βόμβα για να καταστρέψει τα στρατόπεδα των αρμάτων μάχης (Τ-34) και των οχημάτων μεταφοράς προσωπικού (BTR) στην Κοκκινοτριμιθιά, επειδή γνώριζαν ότι ήταν κενά και τα άρματα βρίσκονταν στη Λευκωσία.

Ενόσω η αεροπορία συνέχιζε τους βομβαρδισμούς, τα αποβατικά σκάφη εκινούντο προς την ακτή. Στο λιμάνι της Κερύνειας ναυλοχούσαν δύο ρωσικής κατασκευής τορπιλάκατοι. Ο ναυτικός διοικητής διέταξε τον απόπλου τους «για να ελέγξουν τα πλοία, και αν βληθούν από αυτά, να επιτεθούν κατά της νηοπομπής». Οι τορπιλάκατοι βγήκαν από το λιμάνι της Κερύνειας λίγο μετά τις 5.00, για να εκτελέσουν, στην πραγματικότητα, αποστολή αυτοκτονίας. 

Σε 15 λεπτά, μια ρουκέτα που εκτοξεύτηκε από αεροπλάνο έπληξε την πρώτη τορπιλάκατο η οποία τέθηκε εκτός μάχης. Ο κυβερνήτης της την έστρεψε προς τη στεριά, για να σώσει το πλήρωμά της. Σε διάστημα πέντε λεπτών βυθίστηκε. Το πλήρωμα της πήδηξε στη θάλασσα και διασώθηκε κολυμπώντας προς την ακτή. Η δεύτερη τορπιλάκατος συνέχισε την πορεία της, πλησιάζοντας τον τουρκικό αποβατικό στόλο σε απόσταση δύο μιλίων, οπόταν κτυπήθηκε με βλήμα πυροβόλου αντιτορπιλικού και βυθίστηκε. Από το δεκαμελές πλήρωμά της σώθηκε μόνο ένας, ο οποίος, αν και σοβαρά τραυματισμένος, κατάφερε να φτάσει κολυμπώντας στην ακτή. 

Ηταν οι πρώτοι πεσόντες της τουρκικής εισβολής.


Στις 6.05 άρχισε η ρίψη αλεξιπτωτιστών στην περιοχή Κιόνελι-Μάνδρες, από δώδεκα μεταγωγικά αεροσκάφη. Μια ώρα αργότερα άρχισε η μεταφορά καταδρομέων, εφοδίων και υλικών, με περισσότερα από 80 ελικόπτερα, τα οποία προσγειώνονταν στην περιοχή Αγύρτας.

Τα μεταγωγικά αεροπλάνα και τα ελικόπτερα πηγαινοέρχονταν στην Τουρκία εντελώς ανενόχλητα. Τις πρώτες κρίσιμες ώρες δεν ρίφθηκε εναντίον τους ούτε μια αντιαεροπορική βολή. Οπως κατέθεσε αργότερα ο Γεωργίτσης, το ΓΕΕΦ είχε ζητήσει από το Αρχηγείο Ενόπλων Δυνάμεων «αποδέσμευσιν των πυροβόλων διά να κτυπηθούν οι αλεξιπτωτισταί» και του δόθηκε η απάντηση «αυτοσυγκράτησις».

Εντελώς ανενόχλητα προσπαθούσαν να προσεγγίσουν την ακτή και τα πρώτα αποβατικά. Αρχικά πέντε μικρά σκάφη προσπάθησαν ανεπιτυχώς να προσορμιστούν στην ακτή της Γλυκιώτισσας, δύο μίλια δυτικά της Κερύνειας, η οποία όμως ήταν βραχώδης, και γι' αυτό εγκατέλειψαν την προσπάθεια, και κινούνταν παραλλήλως της ακτής αναζητώντας καταλληλότερο σημείο.

Τα αποβατικά πλοιάρια θα μπορούσαν να είχαν πληγεί μέσα στη θάλασσα ή μετά την προσάραξή τους, από τις μονάδες πυροβολικού που βρίσκονταν στην περιοχή. Δεν ρίχθηκε εναντίον τους ούτε ένα βλήμα.

Το τουρκικό αποβατικό απόσπασμα άρχισε να αποβιβάζεται στο Πέντε Μίλι στις 7.15, με καθυστέρηση μιας ώρας και 45 λεπτών από τον προγραμματισμένο χρόνο, υπό την κάλυψη βολών του ναυτικού, «ακωλύτως επί δύο και πλέον ώρες, χωρίς να αντιμετωπίζουν καμιά αντίδραση εκ μέρους της Εθνικής Φρουράς.Δεν ερρίφθη εναντίον τους ούτε ένας πυροβολισμός». Η πρώτη αποβατική δύναμη αποτελείτο από 1.500 άντρες του 6ου Συντάγματος Πεζοναυτών και μαζί τους αποβιβάστηκαν στην ακτή 15 άρματα Μ 47 και 15 οχήματα μεταφοράς προσωπικού Μ113.

Επιτελείο αμηχανίας

Η τουρκική εισβολή αιφνιδίασε την πραξικοπηματική κυβέρνηση του Σαμψών, η οποία βρέθηκε εντελώς απροετοίμαστη και αποδείχτηκε ανίκανη να αντεπεξέλθει. Η Κύπρος ξύπνησε από τον τρομακτικό θόρυβο της τουρκικής πολεμικής αεροπορίας, αλλά δεν γνώριζε τι συνέβαινε. Μιάμιση ώρα μετά την έναρξη των βομβαρδισμών, το ΡΙΚ μετέδιδε κανονικό πρόγραμμα, και συγκεκριμένα πρωινή γυμναστική, ενώ ο τουρκοκυπριακός ραδιοφωνικός σταθμός Μπαϊράκ μετέδιδε στρατιωτικά εμβατήρια από τις δύο τα χαράματα. Στις 6.30 το πρωί, το ΡΙΚ διέκοψε το πρόγραμμά του και άρχισε να μεταδίδει στρατιωτικά εμβατήρια, ενώ πολύ αργότερα άρχισε να καλεί τους πολίτες που ήταν σε θέση να χρησιμοποιούν όπλα να σπεύσουν προς κατάταξη στις μονάδες της Εθνικής Φρουράς.

Στο ΓΕΕΦ, η πραξικοπηματική ηγεσία της Εθνικής Φρουράς παρακολουθούσε αμήχανη από το παράθυρο του γραφείου του Γεωργίτση τους αλεξιπτωτιστές που έπεφταν στο θύλακα Λευκωσίας. 

Ο επιτελάρχης Γιαννακόδημος βρισκόταν σε συνεχή επικοινωνία με το Αρχηγείο Ενόπλων Δυνάμεων (ΑΕΔ), μέσω της θερμής γραμμής που είχε εγκατασταθεί για τις ανάγκες του πραξικοπήματος, και ζητούσε οδηγίες για να εκδοθεί διαταγή αντίστασης. Επειδή η διαταγή καθυστερούσε, έβγαλε το ακουστικό του τηλεφώνου έξω από το παράθυρο, ώστε να ακούσουν στηνΑθήνα τις εκρήξεις από τους βομβαρδισμούς των τουρκικών αεροσκαφών, για να πειστούν ότι επρόκειτο για πόλεμο και όχι για άσκηση. Ο αντιπλοίαρχος Νικολόπουλος, αξιωματικός πληροφοριών του ναυτικού στο ΑΕΔ, στον οποίο κατέληγαν όλα τα μηνύματα για τις δραστηριότητες του τουρκικού στόλου, μαρτυρεί ότι «περί ώραν 06.00 λόγω του ΚΑΤΕΠΕΙΓΟΝΤΟΣ ως Αξιωματικός επί των πληροφοριών απευθύνθην εις τον Στρ. Γρ. ΜΠΟΝΑΝΟΝ και του εζήτησα να διατάξη την διασποράν των πλοίων του Στόλου μας. Εκείνος εις απάντησιν μου είπεν το εξής τραγικόν: "Οι Τούρκοι κτυπούν την ΚΥΠΡΟ και εμείς είμαστε ΕΛΛΑΣ"».

Η αδιαφορία του ΑΕΔ προκάλεσε την οργή του επιτελάρχη του ΓΕΕΦ, ο οποίος «έκλεισε εν οργή το ακουστικόν και απευθυνόμενος προς τους παρευρισκομένους αξιωματικούς είπεν: "Αυτοί επάνω δεν ξέρουν τι τους γίνεται, πέστε να αμυνθούμεν δι' όλων των μέσων"». Τελικά, η Εθνική Φρουρά εξέδωσε διαταγή για απόκρουση της εισβολής δύο και πλέον ώρες μετά την έναρξή της. 

Ηταν ήδη πάρα πολύ αργά...,

Κύπρος 1974, σκέψεις και συμπεράσματα, Κώστας Δημητριαδης,


Οι απαρχές του Ενωτικού Κυπριακού ζητήματος - Από το 19ο αιώνα μεχρι το 1960 - Τα Οκτωβριανά - Η στάση της Εκκλησίας και των μειονοτήτων

Όλη η προσπάθεια των Κυπρίων για Ένωση με την Ελλάδα από την εποχή του Καποδίστρια μέχρι το 1960- Ιστορικές αναφορές για το ρόλο της Εκκλησίας και των μειονοτήτων της Κύπρου- Ο σημαντικός ρόλος των Οκτωβριανών ως έναυσμα του αγώνα του 1955-59 - Σε ποιοες περιπτώσεις η Κύπρος προσφέρθηκε στην Ελλάδα ως αντάλλαγμα


Ιστορική έρευνα από το onlycy

Το ενωτικό ζήτημα της Κύπρου με τη μητροπολική Ελλάδα εμφανίζεται κατά το 19ο αιώνα. Η Οθωμανική αυτοκρατορία αρχίζει να βάλλεται από τους έλληνες επαναστάτες και οι Κύπριοι με πρωτεργάτες τους εκκλησιαστικούς πατέρες πρωτοστατούν στον αγώνα με απώτερο στόχο τη λύτρωση της από τους κατακτητές και την ένωση της με την Ελλάδα.  
Από το 1570 όπου οι Οθωμανοί κατέλαβαν τη νήσο ξεκίνησαν οι προσπάθειες αποτίναξης του οθωμανικού ζυγού. Χαρακτηριστικά όπως αναφέρουν οι πηγές η Μαρία Συγκλητική πυρπολεί το καράβι του Μεχμέτ Πασά το οποίο θα μετέφερε αυτή και άλλες κύπριες στην Κωνσταντινούπολη στο χαρέμι του σουλτάνου.  
Πέρα από την προσπάθεια αυτή και από άλλες εξεγέρσεις που έγιναν φτάνουμε στις 9 Ιουλίου 1821 όπου θανατώνονται με διαταγή ου διοικητή της Κύπρου Κιουτσούκ Μεχμέτ ο Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός για τη δράση τους στον ένοπλο αγώνα του 1821.Πολλοί δε κύπριοι στέλνονται στον απελευθερωτικό αγώνα κατά των οθωμανών.
Αντιπροσωπεία των Κυπρίων το 1828 ζητάει από τον Ιωάννη Καποδίστρια να περιλάβει το νησί στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος.   
Οι κύπριοι βρίσκονταν πάντα στο πλευρό των ελλήνων αγωνιστών. Η μακραίωνη ιστορία τους το επιβεβαιώνει πολλάκις.
Το 1854 στέλνονται στρατιώτες στην ήπειρο και στη Θεσσαλία που μάχονται στα στρατιωτικά σώματα των Ζέρβα, Γριβαίων και Τζαβέλα. Ακόμη στρατιώτες στέλνονται το 1897 στην Κρήτη αλλά και κατά τους Βαλκανικούς πολέμους στο Μακεδονικό μέτωπο.  
Το ενωτικό ζήτημα υπήρξε πολύ έντονο μέχρι και το 1960. Οργανώθηκε κυρίως από την Εθναρχία (εκκλησία) αλλά και μέσα από τη θέληση των ελληνοκυπρίων. Η ανταπόκριση της ελληνικής πλευράς δεν ήταν πάντα η αναμενόμενη.
Ασφαλώς και έγιναν αρκετές διπλωματικές προσπάθειες οι οποίες όμως και ναυάγησαν φέρνοντας την Κύπρο στη σημερινή κατάσταση. Ο Ιωάννης Καποδίστριας και ο Ελευθέριος Βενιζέλος ενέτασσαν την Κύπρο στον Ελληνικό χάρτη.
Όμως οι βλέψεις τους δεν καρποφόρησαν. Η Κύπρος αυτονομήθηκε και εντέλει διχοτομήθηκε.
Οι χαμένες ευκαιρίες
Η Ελλάδα είχε πολλές ευκαιρίες να ενωθεί με τη μεγαλόνησο. Ευκαιρίες τις οποίες για πολιτικούς και οικονομικούς λόγους δεν εκμεταλλεύτηκε.
Οι πιο πρόσφατες είναι: 
•    Το 1913 Οι βρετανοί προσφέρουν την Κύπρο στον Ελευθέριο Βενιζέλο με αντάλλαγμα να παραχωρηθεί το λιμάνι του Αργοστολίου στην Αγγλία.
• Την 17η Οκτωβρίου 1915 η Κύπρος προσφέρεται στην κυβέρνηση Ζαΐμη με αντάλλαγμα να εισέλθει ουδέτερη Ελλάδα στον Α’ παγκόσμιο πόλεμο. Η κυβέρνηση αρνείται και όταν εντέλει εισέρχεται στον πόλεμο η προσφορά δεν ισχύει πια.  
•  Το 1920 η Κύπρος προσφέρεται από τους Άγγλούς στην Ελλάδα, ως ανταλλαγή για τη Σμύρνη, αλλά η κυβέρνηση Βενιζέλου προτιμά τη Σμύρνη, αφού η Κύπρος θα γινόταν ούτως ή άλλως κάποτε ελληνική. 
•    Το 1940-45 οι ελληνοκύπριοι πολεμούν στο πλευρό των συμμάχων ενάντια στους Γερμανούς Ναζί, περιμένοντας από τους Βρετανούς να τηρήσουν την υπόσχεση τους και με το πέρας του πολέμου να ενωθούν με την Ελλάδα.
Η τότε κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου δεν προσπάθησε με διπλωματικά και πολιτικά μέσα να ενσωματώσει τη μεγαλόνησο αφού τα συμφέροντα της ήταν αγγλοαμερικανικά.
Ο ρόλος της Εθναρχίας
Η εκκλησία της Κύπρου είχε πάντα πρωτεύοντα ρόλο στην προσπάθεια ένωσης του νησιού με την Ελλάδα. Από την 9η Ιουλίου και τον Αρχιεπίσκοπο Κυπριανό μέχρι και τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο το Γ’ η εκκλησία πίεζε τους κατακτητές αλλά και τις ελληνικές κυβερνήσεις για το φλέγον ενωτικό ζήτημα. 
Κατά τη διάρκεια της αγγλοκρατίας στέλνονταν ιερατικές αποστολές στην Ευρώπη και στην Ελλάδα προκειμένου να συνομιλήσουν με πολιτικούς για την κατάσταση του νησιού. 
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η αποστολή υπό του Μητροπολίτη Πάφου Λεόντιου στην Αγγλία όπου τελικά έλαβε την αρνητική απάντηση όσον αφορά το ζήτημα της αυτοδιάθεσης από την κυβέρνηση Attlee.
Οι Βρετανοί καλούσαν τους Ιερείς να παραμείνουν στα εκκλησιαστικά αλλά η εκκλησία της μεγαλονήσου ανασυγκροτήθηκε και ιδρύθηκε η Εθναρχία από το Μακάριο Β’ ( Ο οποίος είχε πολεμήσει το 1912 στο πλευρό των Μακεδονομάχων).
Επί της αρχιερατείας του διενεργείται το δημοψήφισμα του 1950 όπου το 95 % των κατοίκων του νησιού, ανάμεσα τους και τ/κ ψηφίζουν υπέρ της ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα. Το Μάρτιο του 1951 τον διαδέχεται στον αρχιεπισκοπικό θρόνο ο Μητροπολίτης Κιτίου Μακάριος Γ’.
Ακόμη η εκκλησία της Κύπρου κατά τη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα κατά των Άγγλων το 1955-59 στήριξε ηθικά και υλικά τον αγώνα.
Πολλοί αγωνιστές διέμεναν στο μοναστήρι της ιεράς μονής Κύκκου, που βρίσκεται στην οροσειρά του Τροόδους. Ο ίδιος ο αγώνας ξεκίνησε υπό τις εντολές του Αρχιεπισκόπου- Εθνάρχου Μακαρίου, ο οποίος και ήταν ο πνευματικός ηγέτης. 
Κατά την περίοδο των οκτωβριανών η εκκλησία πρωτοστατούσε στις λαϊκές εξεγέρσεις με ιερείς όπως ο Νικόδημος Μυλωνάς, ο οποίος μαζί με άλλους ιερείς συνδυάζαν την επαναστατική δράση με την εθνική αυτοδιάθεση της Κύπρου. 
Η κλιμάκωση των γεγονότων και τα Οκτωβριανά του 1931
    Ο Οκτώβριος του 1931 ήταν σημαντικότατη χρονιά για τον κυπριακό λαό αφού σκιαγραφήθηκε από την πρώτη ομαδική εξέγερση των ελληνοκυπρίων κατά των Άγγλων. Αφορμή ήταν οι εξαντλητικοί φόροι που επέβαλλαν στην Κύπρο οι Βρετανοί. Το βαθύτερο όμως αίτιο ήταν το αίτημα του κυπριακού λαού για αυτοδιάθεση.  
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Οι Βρετανοί είχαν εφαρμόσει ένα αιρετό νομοθετικό συμβούλιο που αποτελείτο από εννέα διορισμένους Βρετανούς βουλευτές,  τρεις Τουρκοκυπρίους και δώδεκα Ελληνοκυπρίους.
Η πλειοψηφία των ελλήνων ήταν πλασματική, αφού σε κάθε ψήφισμα οι τουρκοκύπριοι συμπράτταν με τους άγγλους, ενώ προσθέταν και την ψήφο του άγγλου κυβερνήτη υπερ τους.  
Τα ελληνικά μέλη του νομοθετικού σώματος διαμαρτύρονταν λόγο του ότι οι βρετανικές αρχές καρπώνονταν τον πλούτο του νησιού χωρίς να νοιάζονται για τις πραγματικές ανάγκες του λαού.  
Η προσπάθεια των βρετανών να επιβάλουν τον αντιλαϊκό προϋπολογισμό προσέκρουσε τόσο στους Ελληνοκυπρίους  αντιπροσώπους όσο και στον τ/κ αντιπρόσωπο Nejati Bey. Οι βρετανοί τότε επικαλέστηκαν με ενέργεια του τότε κυβερνήτη της Κύπρου Storrs καταφεύγει στην τροποποίηση του τελωνειακού δασμού με το «διάταγμα εν συμβουλίο».
Το γεγονός αυτό αποτέλεσε την αφορμή να παραιτηθούν οι έλληνες αντιπρόσωποι ενώ ο Μητροπολίτης Κιτίου διακηρύσσει την αντίθεση του στο νομοθετικό σώμα και παραιτείται πρώτος από αυτό. 
Τα γεγονότα εξελίχθηκαν ραγδαία. Στις 18 Οκτωβρίου 1931 ο Μητροπολίτης Νικόδημος Μυλωνάς κυκλοφορεί στο λαό διάγγελμα με το οποίο του γνωστοποιεί τα καθέκαστα και δηλώνει την παραίτηση του. Την ίδια μέρα εκφώνησε στη Λάρνακα επαναστατική ομιλία με την οποία καλούσε τον κυπριακό λαό να αγωνιστεί για την Ένωση και μόνο για την Ένωση.  
Η ρήξη με τους βρετανούς μπήκε στη συνείδηση του λαού. Έτσι στις 20 Οκτωβρίου του 1931 τα μαγαζιά όλα κλείνουν και οι καμπάνες της εκκλησίας της Φανερωμένης χτυπούν ηχηρά για να μαζέψουν τους Έλληνες της Κύπρου.
Ο κόσμος μαζευόταν Εμπορική Λέσχη Λευκωσίας όπου και θα μιλούσαν βασικά μέλη της Ε.Ρ.Ε.Κ. (Εθνική Ριζοσπαστική Ένωση Κύπρου). Σταδιακά μαζεύτηκε πλήθος κόσμου που έφτανε τις οκτώ χιλιάδες. Στόχος ήταν να κατευθυνθούν προς το κυβερνείο και να αποδώσουν στον άγγλο κυβερνήτη το ενωτικό υπόμνημα. 
Η πορεία ξεκίνησε προς το κυβερνείο με τον οικονόμο Φανερωμένης να άγετε αυτής με το λάβαρο της Ελλάδας στα χέρια. Μαζί τους ενώνονταν απ’ όλες τις πλευρές της Λευκωσίας οι έλληνες κάτοικοι.
Το αθλητικό σωματείο Α.Π.Ο.Ε.Λ. ( που ιδρύθηκε με κύριο στόχο του την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα) πρωτοστατούσε με αθλητές του στην πορεία. Εντέλει η λαοθάλασσα φτάνει έξω από το κυβερνείο.
Ο Storrs ειδοποιεί ότι δεν θα δεχθεί κανένα παρά μόνο ολιγομελές αντιπροσωπευτικό σώμα. Η αστυνομία αρνείται να χρησιμοποιήσει βία. Ο άγγλος κυβερνήτης βλέπει το κυβερνείο του να φλέγεται ενώ την ίδια στιγμή ελληνικές σημαίες κυματίζουν στο κυβερνείο.
Η αγγλική σημαία υποστέλλεται κι υψώνεται στην οροφή του κυβερνείου η Ελληνική. Εντέλει ο στρατός ανοίγει πυρ στους διαδηλωτές, σκοτώνει ένα (τον Ονούφριο Κληρίδη) και τραυματίζει άλλος δεκαπέντε.
Το συλλαλητήριο διαλύεται αλλά ο αντίκτυπός του άγγιξε όλη την Κύπρο ( στην Αμμόχωστο στις 25 Οκτωβρίου φονεύθηκε άλλος ένας κύπριος διαδηλωτής, ο Χαράλαμπος Φιλής)  αλλά και τις γειτνιάζουσες χώρες.
Η κυπριακή παροικία της Αιγύπτου αντέδρασε στο άκουσμα των γεγονότων, ενώ υπάρχουν μαρτυρίες ότι από το Λίβανο, το Σουδάν και την Αβησσυνία στάλθηκαν χρήματα και όπλα.  
Στην Αμμόχωστο προαναγγέλθηκε από τον Ρωσσίδη, μέλος του νομοθετικού σώματος, η έναρξη της παθητικής αντίστασης κατά των Άγγλων. Τα Οκτωβριανά θα ήταν η αρχή της πτώσης της αγγλικής αυτοκρατορίας στο νησί. 
 * Στοιχεία και ντοκουμέντα για την έρευνα πάρθηκαν από τα βιβλία: 
1.    Πέτρος Στυλιανού, « Τα οκτωβριανά», εκδόσεις: Επιφανίου, Λευκωσία 2002.
2.    «Κύπρος, η οδύσσεια της ανεξαρτησίας», εκδόσεις: Ελευθεροτυπία. 
3.    Πλουτή Σέρβα, «Κοινή πατρίδα», εκδόσεις: Πρόοδος, 1997.
4.    Κλείτου Ιωαννίδη, «Η συμβολή της Ιεράς Μονής Κύκκου στον απελευθερωτικό αγώνα του 1955-59», εκδόσεις: Ιεράς Μονής Κύκκου, 2009.
5.    Αλέξης Κύρου, «Ελληνική Εξωτερική Πολιτική», εκδόσεις: Εστία, Αθήνα. 
6.     Δ. Βάκα, «Μεγάλη Ελλάς- Ελευθέριος Βενιζέλος, πολεμικός ηγέτης». Αθήνα.
7.    Παπαγεωργίου Σπύρος, «Τα κρίσιμα ντοκουμέντα του Κυπριακού», τόμος Α’, εκδόσεις: Γ. Λαδιά, Αθήνα 1983.

Δημοψήφισμα 15ης Ιανουαρίου 1950: Αξιούμεν την Ένωσιν της Κύπρου με την Ελλάδα


Δημοψήφισμα 15ης Ιανουαρίου 1950: Αξιούμεν την Ένωσιν της Κύπρου με την Ελλάδα


15 Ιανουαρίου 1950, μια μέρα ορόσημο στην σύγχρονη Ιστορία της ΚύπρουΥπό την Εθνική καθοδήγηση του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Β’, οι Έλληνες της Κύπρου έδωσαν όρκο τιμής για ένωση με την Ελλάδα, κατέθεσαν την ψυχή τους στα δελτία του Δημοψηφίσματος, υπογράφοντας κάτω από το σύνθημα που τους διακατείχε εκείνη την περίοδο: ΑΞΙΟΥΜΕΝ ΤΗΝ ΕΝΩΣΙΝ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ.
Διότι τότε οι Έλληνες της Κύπρου αξίωναν την ΕΝΩΣΗ και δεν συμβιβάζονταν με τίποτα λιγότερο.
Την 8η Δεκεμβρίου του 1949 αναγγέλλεται επίσημα με εγκύκλιο προς τον λαό το Ενωτικό Δημοψήφισμα από τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο Β’, που αποτελούσε αδιαφιλονίκητος ηγέτης της εποχής, ένας φλογερός πατριώτης, ένας Έλληνας με όλη την σημασία της λέξεως που έδωσε πολλές μάχες για τον Ελληνισμό της Κύπρου και ήταν ο πρωτεργάτης του Ενωτικού Δημοψηφίσματος.
Η Εγκύκλιος καταλήγει με τις ακόλουθες ιστορικές φράσεις, που έχουν την σημασία τους σε βάθος αιώνων:
«Κυπριακέ λαέ. Καλείσαι, όπως ηνωμένος και αδιάσπαστος υπέρ πάσαν άλλην περίπτωσιν επιτελέσης και τώρα προς την δούλην πατρίδα το καθήκον σου μετ' ενθουσιασμού. Δι Ένωσιν και μόνον Ένωσιν αγωνίσθης επί τόσα έτη. Ένωσιν και μόνον Ένωσιν καλείσαι να επισφραγίσης διά της ψήφου σου.
Εμπρός Κύπριοι! Όλοι εις τας επάλξεις διά την μάχην του Δημοψηφίσματος διά την εθνικήν αποκατάστασίν μας. Δια την Ένωσιν με την Αθάνατον Μητέρα Ελλάδα. Ο δίκαιος Θεός, οστίς εδημιουργησε τον άνθρωπον διά να ζη ελεύθερος, είναι βοηθός και παραστάτης του αγώνος μας.
Ζήτω η Ένωσις».
Η συμμετοχή σε αυτό το δημοψήφισμα ήταν καθολική. Σύσσωμος ο Ελληνισμός της Κύπρου ψήφησε υπέρ της Ιστορικής και Εθνικής αποκατάστασης του νησιού, δηλαδή υπέρ της πολυπόθητης Ένωσης με την Ελλάδα. Μόνο οι δημόσιοι υπάλληλοι απείχαν από την ψηφοφορία, λόγω απαγορευτικού από τους Άγγλους υπερδημοκράτες δυνάστες μας.
Το σύνθημα «ΕΛΛΑΣ ΚΥΠΡΟΣ ΕΝΩΣΙΣ» αντηχούσε παντού, από την πρωτεύουσα μέχρι την τελευταία γωνιά της πάντοτε Ελληνικής Κύπρου. Από τους 224,747 εγγεγραμμένους ψηφοφόρους, υπέρ της Ένωσης ψήφισαν 215,108 άτομα, δηλαδή το 95.7% των ψηφοφόρωνΕίναι η πρώτη και μοναδική φορά στα χρονικά, που ένα δημοψήφισμα με καθόλα δημοκρατικούς μεθόδους είχε τέτοια μεγάλη αποδοχή. Αυτό το αποτέλεσμα άφησε κατάπληκτους πολλούς ξένους δημοσιογράφους και αντιπροσώπους μεγάλων πρακτορείων ειδήσεων που δεν περίμεναν με τίποτε ένα τόσο θεαματικό αποτέλεσμα.
Κύμα ξέφρενων πανηγυρισμών ξεκίνησε από την Κύπρο και εξαπλώθηκε σε κάθε γωνιά Ελληνικής γης. Συγκλονισμένο το Πανελλήνιο έβλεπε τις εξελίξεις στην σκλαβωμένη Κύπρο ως προμήνυμα Ένωσης και Λευτεριάς. Οι Άγγλοι τύραννοι όμως δεν ήταν διατεθειμένοι να φύγουν από την Κύπρο, μιας και ανέκαθεν είχε τεράστιο γεωστρατηγικό βάθος.     
Παρά τον τεράστιο αγώνα που καταβλήθηκε από τον Ελληνισμό της Κύπρου, το Ενωτικό Δημοψήφισμα δεν εισακούστηκε και οι Άγγλοι «δημοκράτες» παρέμειναν στο νησί «με το έτσι θέλω». Τρανή απόδειξη τα λεγόμενα του Άγγλου υφυπουργού Αποικιών, Χόπκινσον, γραμμή που ακολουθεί μέχρι και σήμερα η Αγγλική Κυβέρνηση: «Η Κύπρος ως στρατηγική περιοχή ουδέποτε θα μπορούσε να τύχει αυτοδιαθέσεως». Τα ύπουλα σχέδια των Άγγλων για το μέλλον της Κύπρου είχαν προαποφασιστεί και η ανακοπή τους δεν θα γινόταν με διπλωματικά μέσα.
Πέντε χρόνια αργότερα εκτυλίσσεται στα σκλαβωμένα χώματα της Κύπρου ένας Αγώνας για την Ελευθερία, ένας αγώνας για την αποτίναξη του Αγγλικού ζυγού και Ένωση με την Ελλάδα. Ένας αγώνας ηρωικός, αγνός και τίμιος που όμοιός του δεν είχε ξαναγίνει. Με καθοδηγητή τον Αρχηγό Διγενή και άξιους συνοδοιπόρους τα παλληκάρια της Ε.Ο.Κ.Α. γίνεται κατορθωτό το θαύμα. Η μικρή και ασήμαντη Κύπρος, κατά τους Άγγλους, αποδεικνύεται τεράστια και ισχυρή ξεφτιλίζοντας τον στρατό και την αυτοκρατορία της αυτού μεγαλειότης.
Μετά από ένα ανεπανάληπτο ανταρτοπόλεμο, κακουχίες, χαμούς και ολοκαυτώματα αγωνιστών, βασανιστήρια σε κέντρα κράτησης και στέλλοντας στην αγχόνη νέα παιδιά, η Ε.Ο.Κ.Α. με τις προσταγές του Γεωργίου Γρίβα Διγενή φέρνει την Λευτεριά στην Κύπρο.
Μια Λευτεριά που ο μακάριος είχε προδώσει πολύ πριν τελειώσει ο αγώνας, στις 22/9/1958 σε συνέντευξή του στην Μπάρμπαρα Κάσολ, βουλευτή της εργατικής αντιπολίτευσης δήλωσε: «Δέχομαι λύση ανεξαρτησίας με αποκλεισμό της Ενώσεως». Την δήλωση αυτή την έκανε 20 μέρες μετά την ηρωική μάχη στον Αχυρώνα Λιοπετρίου, το νέο χάνι της Γραβιάς.
Ερχόμαστε στο σήμερα. Από την ΕΝΩΣΗ με την Ελλάδα, φτάσαμε στην επανένωση με τους τούρκους και την ΟμοσπονδίαΉρθε ο καιρός να το αντιληφθούν οι ξεπουλημένοι και τουρκοπροσκυνημένοι πολιτικάντηδες, πως η Κύπρος δεν είναι μοιρασμένη για να επανενωθεί αλλά κατεχόμενη.
Δεν συμβιβαζόμαστε και δεν διαπραγματευόμαστε το μέλλον της Κύπρου. Θα συνεχίσουμε ακμαίοι τον αγώνα που αρχίσαμε μέχρι την τελική νίκη, μια νίκη που θα έρθει όταν η γαλανόλευκη θα κυματίζει περήφανα στον ματωμένο Πενταδάκτυλο. Συνεχίζουμε με όπλο την ατσαλένια ιδεολογία μας να αντιστεκόμαστε σε όλους τους πολιτικούς που οραματίζονται μια Κύπρο ομοσπονδιακή και τουρκοποιημένη.
Απέναντι από τους προδότες και τους ξεπουλημένους, φωνάζοντας με όλη την δύναμη της ψυχής μας ΚΑΤΩ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΟΙ Η ΚΥΠΡΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΗ! 
 Στόχος του πραξικοπήματος 

ήταν η Ένωση