«Η Εθνική Ένωσις Ελλάς», τα «Τρία Έψιλον»όπως συνήθως λεγόταν, συγκροτήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1924 (εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, φύλλο της 5ης Απριλίου1932), αλλά επί τρία χρόνια λειτουργούσε ως μυστική οργάνωση. Στο προσκήνιο της πολιτικής και κοινωνικής ζωής της συμπρωτεύουσας εμφανίστηκε τον Ιανουάριο του 1927.
(Το καταστατικό της συντάχτηκε την 20η Ιανουαρίου 1927 και η οργάνωση αναγνωρίστηκε από το Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης την 5η Φεβρουαρίου του ίδιου χρόνου.)
Με βάση το ιδρυτικό καταστατικό της, μέλη της μπορούσαν να γίνουν μόνον όσοι ήταν χριστιανοί ελληνικής καταγωγής. Τα γραφεία της βρίσκονταν στην οδό Πανταζίδου 8. Πρόεδρός της ήταν ο εμποροράφτης Γεώργιος Κοσμίδης.
Σύμφωνα με όσα δήλωσε στη Βουλή ο Λεωνίδας Ιασωνίδης, υπουργός Προνοίας στην τελευταία κυβέρνηση του Ελευθέριου Βενιζέλου, «ο Κοσμίδης εις την Κωνσταντινούπολιν ήτο ένας δυνατός εθνικός παράγων και εδώ βγάζει το ψωμί του με τον ιδρώτα του»
(συνεδρίαση της Βουλής τη 10η Δεκεμβρίου 1931).
Κατά την πρώτη περίοδο λειτουργίας της η Ε.Ε.Ε. δεν είχε τη λαϊκή απήχηση που ανέμεναν οι ιδρυτές της, αφού στα τέλη του 1929 τα μέλη της, οι «τριεψιλίτες» όπως αποκαλούνταν, δεν υπερέβαιναν τα 200. Από την αρχή της συγκρότησής της έγινε φανερό ότι η οργάνωση στρεφόταν εναντίον των Εβραίων και των κομμουνιστών.
Σε προκήρυξη που κυκλοφόρησε τον Απρίλιο του 1927 η Ε.Ε.Ε. απέδιδε στους εβραϊκούς κύκλους τόσο το «θόρυβο» για την αυτονόμηση της Μακεδονίας όσο και την άνοδο των ποσοστών του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας στη Θεσσαλονίκη κατά τις εκλογές του 1926.
Στις αρχές του 1929 ο Γ. Κοσμίδης μοίρασε ένα κείμενο,με το οποίο καλούσε τους Έλληνες χριστιανούς της συμπρωτεύουσας να μη συναλλάσσονται με τους Εβραίους εμπόρους της πόλης,κηρύσσοντάς τους«οικονομικό πόλεμο».
Ύστερα από παρέμβαση της εβραϊκής κοινότητας η Εισαγγελία τον παρέπεμψε σε δίκη με την κατηγορία ότι εξήπτε τα πάθη και καλλιεργούσε τη διχόνοια μεταξύ των κοινοτήτων.
Την 1η Δεκεμβρίου 1929 συγκλήθηκε Γενική Συνέλευση της Ε.Ε.Ε.με τη συμμετοχή 155 μελών και με θέμα την τροποποίηση του καταστατικού της.
Στο νέο καταστατικό προβλέπονταν μεταξύ των άλλων:
Η ίδρυση λέσχης, εντευκτηρίου και γραφείου ευρέσεως εργασίας για ταάνεργα μέλη της οργάνωσης.
Η παροχή οικονομικών βοηθημάτων στα άπορα μέλη της.
Η ανάγκη διάδοσης και στήριξης των ελληνικών προϊόντων.
Η συγκρότηση παραρτημάτων της οργάνωσης σε περιοχές εντός και εκτός τηςΘεσσαλονίκης.
Η συνεργασία με άλλες οργανώσεις που έδρευαν στη Θεσσαλονίκη και είχαν παρόμοιες επιδιώξεις.
Η σημαντικότερη όμως διάταξη ήταν αυτή στην οποία αναφερόταν ότι η Ε.Ε.Ε. όφειλε να συμβάλει στην τόνωση του εθνικού συναισθήματος με οργανωμένες και μαζικές εμφανίσεις των μελών της σε δημόσιους χώρους (παρελάσεις , επισκέψεις σε άλλες πόλεις κ.λπ.), αλλά και με την αντιμετώπιση – με νόμιμα μέσα – της προπαγάνδας που υπονόμευε τα ελληνοχριστιανικά ιδεώδη της πατρίδας, της θρησκείας και της οικογένειας.
(Γιάννης Ράγκος, «Εθνική Ένωσις Ελλάς, η πρώτη μαζική εθνικιστική οργάνωση στην Ελλάδα», Εκδοτικός Οργανισμός ΠΑΠΥΡΟΣ, Ιστορία εικονογραφημένη)
Με τη βαθμιαία αύξηση των μελών της η Ε.Ε.Ε. έλαβε χαρακτήρα παραστρατιωτικήςοργάνωσης.
Οι «τριεψιλίτες» φορούσαν κίτρινα/χακί πουκάμισα με περιβραχιόνιο,πάνω στο οποίο ήταν τυπωμένα τα αρχικά και το σύμβολο της οργάνωσης, γραβάτα,μαύρες μπότες και χαλύβδινα κράνη – απ’ όπου προήλθε και το προσωνύμιό τους «χαλυβδόκρανοι» – ενώ στις δημόσιες εμφανίσεις τους συχνά κρατούσαν γκλομπ.
Επίσης, σε μεταγενέστερη μυστική εγκύκλιο, η οποία αργότερα δημοσιεύτηκε στηνεφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΑ ΝΕΑ (φύλλο της 12ης Δεκεμβρίου 1931) προβλεπόταν η οργάνωση των μελών της σε τμήματα και σε τομείς και αναγνωριζόταν η « και η ανάγκη όπως δηλώσωσι τα μέλη αφοσίωσιν διά της εμπράκτου αλληλεγγύης και διά της ζωηράς δράσεως κατά των εχθρών της πατρίδος».
Από το 1930 και εξής τα μέλη της «Εθνικής Ενώσεως Ελλάς» πολλαπλασιάστηκαν,ενώ παραρτήματά της δημιουργήθηκαν σε διάφορες συνοικίες της Θεσσαλονίκης αλλά και σε άλλες περιοχές, κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα.
Τούτο οφειλόταν σε τρεις λόγους:
Στην αντικομμουνιστική εκστρατεία που «κήρυξε» το 1929 η κυβέρνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου με την ψήφιση του νόμου«περί μέτρων ασφαλείας του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών», του γνωστού ως«Ιδιώνυμου».Επειδή οι «τριεψιλίτες» αντιμάχονταν τον κομμουνισμό, είχαν την ανοχή και πολλές φορές την έμπρακτη στήριξη του κρατικού μηχανισμού.
Στην οικονομική κρίση που από το 1931 έπληξε ως επί το πλείστον τα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα.
Στην προπαγάνδα που ασκούσε υπέρ της συγκεκριμένης εθνικιστικής οργάνωσης μια μερίδα του ημερήσιου Τύπου.
Για παράδειγμα, αρθρογράφος εφημερίδας της Θεσσαλονίκης έγραφε την 27η Οκτωβρίου 1930 με αφορμή την παρέλαση «τριεψιλιτών» κατά τις εορταστικές εκδηλώσεις για την επέτειο απελευθέρωσης τηςπόλης: «Παρήλασαν χθες τα τρία έψιλον, μια οργάνωσις ισχυρά και πολυπληθής, η Εθνική Ένωσις Ελλάς […].
Η παρέλασις ήτο επιβλητική και ενθουσιώδης. Τα μέλη που αποτελούν αυτήν την Οργάνωσιν διέσχισαν με το λάβαρον και με τα σήματά των τους δρόμους της πόλεως και έδωσαν εις ειδικούς μας άφρονας και εις ξένους να εννοήσουν καλά ότι η ζωτικότης δεν έλειψεν από την Ελλάδα. Εύγε τους!».
Τον Ιούνιο του 1931 η «Εθνική Ένωσις Ελλάς» έγινε γνωστή στο πανελλήνιο εξαιτίας των δραματικών γεγονότων που συνέβησαν στη Θεσσαλονίκη και στα οποία πρωτοστάτησαν μέλη της. Με αφορμή την αποκάλυψη ότι ο πρόεδρος του εβραϊκού αθλητικού σωματείου «Μακάμπι» Θεσσαλονίκης Ισαάκ Κοέν συμμετείχε τον Αύγουστο του 1930 σε συνέδριο της «Μακεδονικής Επιτροπής» στη Σόφια, όπου προπαγανδίστηκε από βουλγαρικούς κυρίως κύκλους η ιδέα για τη δημιουργία αυτόνομου Μακεδονικού κράτους, τα εθνικιστικά σωματεία της συμπρωτεύουσας, με επικεφαλής την Ε.Ε.Ε., κινητοποιήθηκαν,για να αποδοκιμάσουν την αντεθνική στάση του Διοικητικού Συμβουλίου της «Μακάμπι».
Οι εξηγήσεις που δόθηκαν τότε από μέρους της εβραϊκής κοινότητας ηρέμησαν την κατάσταση. Ένα όμως χρόνοαργότερα (το 1931) νεότερες αποκαλύψεις για το ζήτημα αυτό όξυναν ταπνεύματα(εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, φύλλο της 20ης Ιουνίου 1931).
Στις 24 Ιουνίου η«Εθνική Παμφοιτητική Ένωσις» Θεσσαλονίκης κυκλοφόρησε φυλλάδια, με τα οποία καλούσε τους Θεσσαλονικείς να μποϋκοτάρουν τους Εβραίους εμπόρους της πόλης.
Την επόμενη μέρα η Χωροφυλακή, για να αποτρέψει επεισόδια μεταξύ φοιτητών και Εβραίων, έλαβε αυστηρά μέτρα τάξης. Όταν όμως κατά το βράδυ αποσύρθηκαν οι αστυνομικές δυνάμεις από το κέντρο της πόλεως, 200 περίπου μέλη των οργανώσεων«Εφέδρων υπαξιωματικών Μακεδονίας – Θράκης», «Εθνικής Παμφοιτητικής Ενώσεως», «Εθνικών Λεγεώνων» και φυσικά της «Εθνικής Ενώσεως Ελλάς»συγκεντρώθηκαν γύρω από τα γραφεία της «Μακάμπι» (στη διασταύρωση των οδών Καραϊσκάκη και Πραξιτέλους), όπου συνεδρίαζε το προεδρείο του εβραϊκού συλλόγου.
Οχτώ από τους συγκεντρωμένους εισέβαλαν στα γραφεία, τα οποία κατέστρεψαν, ενώ τραυμάτισαν και κάποια μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου. Στο μεταξύ άλλοι διαδηλωτές επιχείρησαν να κάψουν το κτίριο.
Όμως ο εμπρησμός αποτράπηκε χάρη στην επέμβαση μικρής δύναμης Χωροφυλακής. Μετά την αποχώρηση των διαδηλωτών οι περίοικοι Εβραίοι σχημάτισαν ομάδες ροπαλοφόρων,που περιέτρεχαν τις γύρω παρόδους και επιτίθεντο σε διαβάτες (εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, φύλλα της 25ης Ιουνίου 1931 και 2ας Απριλίου 1932).
Τα εβραϊκά σωματεία της Θεσσαλονίκης ζητούσαν από το Γενικό Διοικητή Μακεδονίας Σ. Γονατά τη διάλυση των εθνικιστικών οργανώσεων της πόλης. Με τη σειρά τους οι εθνικιστικές οργανώσεις ζητούσαν τη διάλυση της «Μακάμπι». Η κατάσταση ήταν έκρυθμη.
Οι συγκρούσεις μεταξύ Εβραίων και Χριστιανών κατοίκων της Θεσσαλονίκης καθημερινά αυξάνονταν.
Η Χωροφυλακή και η Εισαγγελία είχαν πληροφορίες ότι επρόκειτο να γίνουν επιθέσεις εναντίον των εβραϊκών συνοικισμών – ως αντίποινα για τις επιθέσεις που είχαν κάνει οι Εβραίοι στην περιοχή του Χαριλάου και γι’ αυτό είχαν σταλεί για την προστασία τους ισχυρές αστυνομικές και στρατιωτικές δυνάμεις. Παρά ταύτα τα τραγικά γεγονότα δεν αποτράπηκαν.
Το βράδυ της 29ης Ιουνίου 1931 ομάδες εθνικιστών επιτέθηκαν στον εβραϊκό συνοικισμό Κάμπελ. Η παρέμβαση της Χωροφυλακής εμπόδισε αρχικά τη γενίκευση των συγκρούσεων. Όμως ο τραυματισμός ενός χριστιανού σμηνίτη από Εβραίους όξυνε την αντιπαράθεση των δύο κοινοτήτων της πόλεως.
Στον προαναφερθέντα συνοικισμό συγκεντρώθηκαν άλλοι 2.000 περίπου εθνικιστές, μέλη κυρίως της Ε.Ε.Ε.. «Τις οίδεν πόθεν και κατά ποίον τρόπον εξερράγη η πυρκαϊά εις ένα παράπηγμα, η οποία μετεδόθη και εις παρακείμενα τοιαύτα. Έως ότου φθάσουναι αντλίαι, αι φλόγες περιεκύκλωσαν 20 εν όλω θαλάμους, τους οποίους και απετέφρωσαν.
Το πυρ, αφού απετέφρωσε περί τους είκοσι θαλάμους, το σχολείον και το φαρμακείον του συνοικισμού και αφήκε αστέγους περί τας 150 οικογενείας ενετοπίσθη μετά το μεσονύκτιον υπό της πυροσβεστικής υπηρεσίας»
(εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ,
φύλλο της 30ης Ιουνίου 1931).
Αρθρο του φιλόλογου και ιστορικού
Παύλου Παπανότη