ΕΛΛΗΝΙΚΟΤΗΤΑ

ΤΟ ΑΙΜΟΣ BLOG ΣΑΣ ΕΥΧΕΤΑΙ ΕΤΟΣ 2022, ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΕΤΟΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ Ο ΣΗΜΕΡΙΝΟΣ ΕΧΘΡΟΣ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ Η ΠΑΡΑΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ



Το πρώτο βήμα για να εξοντώσεις ένα έθνος, είναι να διαγράψεις τη μνήμη του.Να καταστρέψεις τα βιβλία του, την κουλτούρα του, την ιστορία του.Μετά να βάλεις κάποιον να γράψει νέα βιβλία, να κατασκευάσει μια νέα παιδεία, να επινοήσει μια νέα ιστορία ...Δεν θα χρειαστεί πολύς καιρός για να αρχίσει αυτό το έθνος να ξεχνά ποιο είναι και ποιο ήταν.Ο υπόλοιπος κόσμος γύρω του θα το ξεχάσει ακόμα πιο γρήγορα».Δεν είναι κακό να μην αισθάνεται κανείς Έλληνας, όπως και να πιστεύει άκριτα, όπου αυτός θέλει, τόσα δισεκατομμύρια άνθρωποι άλλωστε το κάνουν αυτό, κακό είναι να διαστρεβλώνει την αλήθεια με ανύπαρκτες γνώσεις και ψεύδη! ”Το πολιτικό σύστημα θριαμβεύει επειδή είναι μια ενωμένη μειοψηφία που ενεργεί εναντίον μιας διαιρεμένης πλειοψηφίας.”

Τα κόμματα αντανακλούν κοινωνικές πραγματικότητες και ιδεολογικές αφετηρίες. Και μονάχα όταν η ίδια η κοινωνία τα απορρίψει, περνούν στην Ιστορία.

Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 2019

Η ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΕΑΜ «ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗ ΤΗΣ ΣΟΒΙΕΤΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ»


Συμπληρώνονται σήμερα 77 χρόνια από την ίδρυση του ΕΑΜ (27/09/1941) και ευκαιρίας δοθείσης ξεσπαθώνει το κομμουνισταριό.

Πως και γιατί ιδρύθηκε το ΕΑΜ; 

Έως την 22α Ιουνίου 1941, που έγινε η γερμανική επίθεση στον… παράδεισο των Σοβιέτ, ίσχυε το σύμφωνο Ρίμπεντροπ-Μολότωφ και οι ανά τον κόσμο κομμουνιστές δεν ήσαν καθόλου μα καθόλου… αντιστασιακοί. Μάλιστα, στην Ελλάδα είχε ήδη συμβεί η πρώτη πράξις συνεργασίας του ΚΚΕ με τις δυνάμεις κατοχής. Επρόκειτο για την απελευθέρωση από την Ακροναυπλία 25 κρατουμένων κομμουνιστών, κατ’ απαίτησιν της βουλγαρικής πρεσβείας, εφόσον οι 25 εδήλωσαν «Βούλγαροι». Για καλή τύχη των εν Ελλάδι κομμουνιστών (καθότι η συνεργασία θα προχωρούσε περαιτέρω και θα εκτίθονταν περισσότερο…) η γερμανική επίθεση κατά της ΕΣΣΔ δεν άργησε κι έτσι εν μία νυκτί μεταμορφώθηκαν σε «αντιστασιακούς» και «πατριώτες», ένεκα της ανάγκης.

Λίγες ημέρες μετά την γερμανική επίθεση, η Μόσχα έδωσε εντολή στα κατά τόπους όργανά της, να οργανώσουν ανταρτικά κινήματα, για να υποχρεώνονται οι Γερμανοί να διατηρούν επαρκή στρατεύματα στις κατεχόμενες χώρες, στρατεύματα τα οποία σε διαφορετική περίπτωση θα αποστέλλονταν στο ανατολικό μέτωπο.

Υπ’ αυτές τις συνθήκες, λοιπόν, συνεκλήθη η 6η Ολομέλεια του ΚΚΕ, προκειμένου να ρυθμίσει την άμεση εκτέλεση της σοβιετικής εντολής. 

Ιδού η απόφαση ιδρύσεως του ΕΑΜ: 

«Η υπεράσπιση της Σοβιετικής Ένωσης, η υποστήριξη της νίκης της με όλα τα μέσα είναι ύψιστο καθήκον κάθε κομμουνιστή, κάθε εργαζόμενου, κάθε ανθρώπου που θέλει τη λευτεριά της χώρας του από τον φασιστικό ζυγό

Οι κομμουνιστές ποτέ δεν ξεχνάνε, πως σε τελευταία ανάλυση η Σοβιετική Ένωση είναι ο κοινός εχθρός όλων των ιμπεριαλιστών.

Όμως, οι κομμουνιστές οφείλουν να δουν, ότι στο σημερινό στάδιο της αντισοβιετικής επίθεσης, ο φασισμός είναι ο κύριος εχθρός όχι μόνο του πρώτου σοσιαλιστικού κράτους, αλλά και κάθε δημοκρατικής κατάκτησης του λαού. Γι’ αυτό πρέπει να υποστηρίζουν κάθε προσπάθεια που θα τείνει στην συντριβή του φασισμού και στην υπεράσπιση της Σοβιετικής Ένωσης». Μια παρατήρηση με μεγάλη σημασία: η απόφαση αρχίζει και τελειώνει με την ίδια φράση «υπεράσπιση της Σοβιετικής Ένωσης». Αυτός ήταν ο αποκλειστικός σκοπός του ΚΚΕ και του δημιουργήματός του, του ΕΑΜ!

Ήταν, όμως, εις θέσιν το ΚΚΕ να οργανώσει αντάρτικο την εποχή εκείνη; Ας δούμε τι λέει το ίδιο το ΚΚΕ, μέσα από τα «Επίσημα Κείμενα»:

 «Η κατάπαυση του ελληνοϊταλικού πολέμου βρήκε τις ελεύθερες δυνάμεις του κόμματος χωρίς ηγεσία, διασκορπισμένες σε πολλές ομάδες, ανίκανες να οργανώσουν ένα μαζικό αγώνα διότι τα ηγετικά όργανα είχαν αναμιχτεί με πράκτορες της αστυνομίας και άλλα μη εμπνέοντα εμπιστοσύνη στοιχεία». 

Πράγματι, το ΚΚΕ ήταν διαλυμένο, από το εθνικό καθεστώς της 4ης Αυγούστου, η αντικομμουνιστική πολιτική του οποίου στηριζόταν σε δύο άξονες. Πρώτα-πρώτα, το καθεστώς άσκησε πραγματική κοινωνική πολιτική, που ανακούφισε τις λαϊκές μάζες. 

Έτσι, σταμάτησε η εκμετάλλευση της λαϊκής δυστυχίας από τον κομμουνισμό. Παράλληλα, μέσω του δαιμόνιου υπουργού Ασφαλείας Κων/νου Μανιαδάκη, διέλυσε τον κομματικό μηχανισμό του ΚΚΕ. Χρησιμοποίησε προς τούτο πράκτορες της Αστυνομίας που εισχώρησαν στον μηχανισμό του ΚΚΕ και κάποιους αποστάτες («δηλωσίες») του κόμματος. Έφθασε μάλιστα στο σημείο να στήσει δικές του «τοπικές επιτροπές» του ΚΚΕ, με επικεφαλείς αστυνομικούς και δηλωσίες. Αργότερα δε, έφτιαξε δική του Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ, ενώ εξέδιδε και τον (παράνομο φυσικά) «Ριζοσπάστη», στα πιεστήρια της Ασφαλείας

Οι ευφυέστατες αυτές κινήσεις έφεραν μεγάλη σύγχυση και δυσπιστία στους κομμουνιστές, που δεν μπορούσαν να ξεχωρίσουν ποιοι είναι οι αληθινοί και ποιοι οι ψεύτικοι.


Πελαγοδρομώντας και μαζεύοντας τα κομμάτια του, το ΚΚΕ έφτιαξε μια υποτυπώδη οργάνωση περί τον Σεπτέμβριο του 1941, όπου συνήλθε και πάλι η Κ.Ε. (7η Ολομέλεια), που αποφάσισε την ίδρυση του ΕΑΜ, με πρωταρχικό σκοπό την «υπεράσπιση της Σοβιετικής Ένωσης» και δευτερεύοντα την κατάληψη της εξουσίας αμέσως μετά την απελευθέρωση, και πάλι προς εξυπηρέτηση της μαμάς Μόσχας. 

Έτσι, στις 27 Σεπτεμβρίου ιδρύθηκε το ΕΑΜ, από το ΚΚΕ κι άλλα τρία κομματίδια-σφραγίδες, το «Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδος» του Χωμενίδη την «Ένωση Λαϊκής Δημοκρατίας» του Τσιριμώκου και το «Αγροτικό Κόμμα Ελλάδος» του Βογιατζή. Τι οδήγησε το ΚΚΕ να βρει… συνεταίρους στην ίδρυση του ΕΑΜ; Επρόκειτο για ένα ακόμα τέχνασμα των κομμουνιστών. 

Επειδή, όπως είπαμε, το ΚΚΕ είχε τότε μηδενική απήχηση στον λαό, η ίδρυση μιας ανοικτά κομμουνιστικής οργανώσεως ήταν εξ’ αρχής καταδικασμένη σε αποτυχία. Οπότε, η μόνη λύση για την αποδοχή του ΕΑΜ, ήταν να μην εμφανίζονται οι κομμουνιστές στην «βιτρίνα» του. Πράγματι, ούτε στην ιδρυτική διακήρυξη του ΕΑΜ ούτε στα πρώτα του κείμενα γινόταν λόγους για τους αληθινούς πολιτικούς του σκοπούς. Αναφέρονταν μόνον γενικόλογες και γενικώς αποδεκτές πολιτικές διακηρύξεις, περί σχηματισμού μιας προσωρινής κυβερνήσεως από το ΕΑΜ μετά την απελευθέρωση, η οποία θα αναλάμβανε την διενέργεια εκλογών. Τίποτα παραπάνω.

Ακόμα και το πρώτο συνθετικό του τίτλου του ΕΑΜ (το «εθνικό») δεν είχε μέχρι τότε χρησιμοποιηθεί ποτέ και πουθενά από τους κομμουνιστές, αντιθέτως τους προκαλούσε –και τους προκαλεί ακόμα- συμπτώματα… αλλεργίας. 

Προκειμένου, όμως, να εξαπατήσουν τους λαούς, οι κομμουνιστές δεν διστάζουν να χρησιμοποιήσουν οποιονδήποτε ψευδεπίγραφο τίτλο. Την ίδια δόλια τακτική ακολούθησαν κι άλλα Κ.Κ. της Ευρώπης, όπως του Τίτο στην Γιουγκοσλαβία, του Χότζα στην Αλβανία κ.α. Ακόμα και ο «πάνσοφος» Στάλιν, μόλις είδε την ραγδαία γερμανική προέλαση στα εδάφη της ΕΣΣΔ και την απροθυμία των λαών που συναποτελούσαν την ΕΣΣΔ να την υπερασπισθούν (υποδέχονταν τους Γερμανούς ως απελευθερωτές), έκανε πέρα τον μαρξισμό-λενινισμό κι έπαιξε το χαρτί του εθνικισμού. 

Ονόμασε την μάχη «Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο», ανέσυρε ήρωες της τσαρικής εποχής για να παραδειγματίσει τους Ρώσσους, άνοιξε τις εκκλησίες που τις είχε μετατρέψει σε αποθήκες και στάβλους, διόρισε Πατριάρχη «πασών των Ρωσσιών» κι έφτασε μέχρι του σημείου να διαλύσει κι αυτήν ακόμα την Κομμουνιστική Διεθνή και να αντικαταστήσει την Διεθνή από τον εθνικό ύμνο της ΕΣΣΔ μ’ έναν νέο «πατριωτικό» ύμνο, που εξυμνούσε την «Μεγάλη Ρωσσία» και την σλαβική ψυχή.
Να πω κι ένα ευτράπελο, πλην όμως ενδεικτικό της ρωσσοδουλείας των εγχωρίων κομμουνιστών. Ακόμη κι ο επίσημος ύμνος του ΕΑΜ ήτο προσηρμοσμένος στον ρυθμό της… ρωσσικής μπαλαλάϊκας!

Τον πρώτο καιρό της ιδρύσεώς του, το ΕΑΜ δεν είχε στρατιωτικό σκέλος, ούτε και ενεργή ένοπλη δράση. Το στρατιωτικό σκέλος του ΕΑΜ, ο διαβόητος ΕΛΑΣ, ιδρύθηκε στα χαρτιά λίγους μήνες αργότερα (τον Ιανουάριο του ’42). Όμως, η ουσιαστική έναρξη της μαζικής συμμοριακής δράσεώς του, τοποθετείται στις αρχές του 1943



Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2019

2600 χρόνια ελληνικής παρουσίας στα παράλια της Ανατολικής Ρωμυλίας















Στα Θρακικά παράλια της Μαύρης Θάλασσας από τον 7ο και τον 6ο αιώνα π.Χ. δημιουργούνται πολλές ελληνικές πόλεις. Η Σωζόπολη ιδρύεται το 600 π.Χ. από αποίκους από τη Μίλητο με αρχικό όνομα: Απολλωνία. 


Την ίδια εποχή κτίζονται η Μεσημβρία, η Αγχίαλος και πολλές άλλες πόλεις. Αργότερα στα βυζαντινά χρόνια παρά τις βαρβαρικές επιδρομές και τις καταστροφές η περιοχή ακμάζει και ευημερεί: Πύργος, Αγαθούπολη, Βασιλικό και άλλες νέες πόλεις δημιουργούνται. 


Φθάνουμε έτσι στο 1878, ο ρωσικός στρατός νικώντας τους Τούρκους απελευθερώνει τα ανατολικά Βαλκάνια μετά έξι αιώνες Οθωμανικού ζυγού, στον Αγιο Στέφανο, προάστιο της Κωνσταντινούπολης η Ρωσία ζητάει τη δημιουργία της μεγάλης Βουλγαρίας, οι άλλες ευρωπαϊκές δυνάμεις αλλά και οι λαοί της περιοχής έχουν άλλη άποψη και έτσι στη συνθήκη του Βερολίνου που ακολουθεί δημιουργείται μεν ένα μικρότερο πριγκιπάτο της Βουλγαρίας αλλά και η ηγεμονία της Ανατολικής Ρωμυλίας με πρωτεύουσα την Φιλιππούπολη και ισοπολιτεία στην διοίκηση, του ελληνικού, του βουλγαρικού και του τουρκικού στοιχείου. 

Ολες οι παράλιες ελληνικές πόλεις στις οποίες αναφερθήκαμε βρίσκονται πλέον μέσα στα όρια της ηγεμονίας.

Το κράτος της Ανατολικής Ρωμυλίας δεν είχε μεγάλη διάρκεια ζωής, μετά από λίγα χρόνια Βουλγαρικός στρατός εισβάλλει, καταλύει την ηγεμονία και ιδρύει το κράτος της Νότιας Βουλγαρίας το οποίο και αυτό ύστερα από λίγο ενσωματώνεται στη Βουλγαρία. 

Εδώ αρχίζουν οι δυσκολίες και οι διωγμοί των Ελλήνων της περιοχής, κατά διαστήματα εξαπολύονται πογκρόμ κατά του ελληνικού στοιχείου, ιδιαίτερα όταν οι ελληνοβουλγαρικές σχέσεις βρίσκονται σε ένταση. 

Φθάνουμε στο 1925 οπότε οι Ελληνες καλούνται να υπογράψουν μία ομολογία ότι είναι Βούλγαροι και όχι Ελληνες, αποδεχόμενοι την βουλγαροποίηση του ονόματός τους και το κλείσιμο των ελληνικών σχολείων και των εκκλησιών. 

Οσοι δέχθηκαν, είδαν το επώνυμό τους να γίνεται π.χ. από Πετρίδης σε Πετρίντωφ, ή αν αυτό ήταν δύσκολο να γίνει (το Παπαντοπούλωφ για παράδειγμα δεν πείθει για βουλγαρικό) τότε το πατρώνυμο γινόταν επώνυμο με κατάληξη σε –ωφ, π.χ. ο Γεώργιος του Δημητρίου έγινε Γκεόργκι Ντιμιτρώφ

Οσοι δεν δέχθηκαν να υπογράψουν λάμβαναν ότι χωρούσε σε δύο βαλίτσες και αναχωρούσαν αμέσως για την Ελλάδα. 

Για όσους έμειναν άρχιζε η δύσκολη πορεία, χωρίς σχολεία, χωρίς εκκλησία, χωρίς βοήθεια από πουθενά να κρατήσουν την ελληνική ψυχή τους.
Φιλιππούπολη
Πολύ εύστοχα ο υποπρόξενος στη Φιλιππούπολη Γ. Δ. Κανακάρης έγραφε το 1861:
        «Η Οθωμανική εξουσία έχει βεβαίως το συμφέρον να υπάρχει διαίρεσις μεταξύ των Χριστιανικών φυλών. Φοβουμένη την υπεροχήν του Ελληνισμού ενισχύει τον Βουλγαρισμόν είς τον οποίον κατά την εαυτής κρίσιν δεν υπάρχουσιν επίφοβα στοιχεία». Και αποκάλυπτε, ότι υπέρ των Βουλγάρων δούλευε και ο μετατεθείς εκεί από την Αδριανούπολη Άγγλος υποπρόξενος K. Blunt, πολυπράγμων και ανθέλληνας διπλωμάτης.

Περιδιαβαίνω στα δρομάκια της Σωζόπολης. Η πόλη είναι κτισμένη σε μία χερσόνησο στα παράλια της Μαύρης Θάλασσας, νότια του Πύργου (Μπουργκάς). 

Από τα παράθυρα των σπιτιών ακούγεται ελληνική μουσική, μόλις κάποιοι καταλαβαίνουν πως είμαι Ελληνας με πλησιάζουν. «Καλώς τον, από πού μας έρχεσαι», με ρωτάνε, κάποιος με καλεί στο σπίτι του, εκεί στην αυλή αρχίζουν να έρχονται και άλλοι, και άλλοι, θέλουν να μιλήσουν, να πουν τον πόνο τους.

Ο κύριος Δημήτρης, απόμαχος ναυτικός μου λέει με παράπονο «τους Πόντιους, τους Σαρακατσαναίους και τόσους άλλους το Ελληνικό κράτος τους αναγνωρίζει σαν Ελληνες, εμάς φαίνεται πως αγνοεί ακόμα και την ύπαρξη μας, κάποιος, ο πρόξενος στην Φιλιππούπολη, ή έστω ένας υπάλληλος να έρθει να ρωτήσει αν περνάμε καλά, αν έχουμε κανένα πρόβλημα, τίποτα κανείς ποτέ δεν ήλθε. 

Ομως, είμαστε κάποιες δεκάδες χιλιάδες Ελληνες σε όλη την παραλία από την Αγαθούπολη έως την Μεσημβρία, μόνο εδώ στη Σωζόπολη είμαστε πέντε χιλιάδες, όλοι Ελληνες, είμαστε εικοσιέξι αιώνες εδώ εγκατεστημένοι. 

Θα είναι κρίμα τώρα μετά τόσους αιώνες να χαθεί από εδώ η ελληνική γλώσσα». 

Όπως τον ακούω σκέφτομαι, είχα έλθει για πρώτη φορά στη Σωζόπολη πριν από 25 χρόνια, και τότε οι ίδιες ακριβώς σκηνές, τα πρόσωπα μόνο αλλάζουν, τότε είχα φύγει δίνοντας μια υπόσχεση στον εαυτό μου, να ξανάρθω και να κάνω κάτι για να βοηθήσω την άγνωστη στους πολλούς γωνιά του Ελληνισμού.

Στη συζήτηση μπαίνει και η κυρία Θεοφανώ, μια δραστήρια ηλικιωμένη, «η γλώσσα στη νεολαία όσο πάει και χάνεται, χωρίς σχολεία δεν μπορεί να γίνει τίποτα, έστω κάποιο φροντιστήριο», μας λέει. «Γιατί δεν δημιουργείτε κάποιους συλλόγους οι οποίοι θα προωθήσουν αυτά τα αιτήματα και θα συμβάλλουν στη δημιουργία κάποιου πολιτιστικού κέντρου, μίας βιβλιοθήκης, ενός φροντιστηρίου», τη ρωτάω. 

Από τον καιρό του κομουνισμού υπάρχουν σύλλογοι «Ελληνοβουλγαρικής φιλίας», οι σύλλογοι αυτοί από την ίδρυσή τους μέχρι σήμερα είναι στελεχωμένοι με άτομα αφοσιωμένα στα βουλγαρικά συμφέροντα, και οι Βούλγαροι βέβαια δεν έχουν το παραμικρό ενδιαφέρον να αναδείξουν μια ελληνική μειονότητα.

Πριν από λίγο καιρό είχα ρωτήσει κάποιο κυβερνητικό στέλεχος αν στη συμφωνία ένταξης της Βουλγαρίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση που έχει ήδη ολοκληρωθεί προβλέπεται αναγνώριση της ελληνικής μειονότητας που ζει εκεί, με όλα βέβαια τα δικαιώματα που απορρέουν από κάτι τέτοιο. 

Μα και βέβαια μου είχε απαντήσει, «όλα αυτά έχουν πλέον τακτοποιηθεί».
Η συζήτηση με προσγειώνει στην πραγματικότητα και πάλι όμως δεν μπορώ να μην συγκρίνω αυτό που είχα δει την προηγούμενη μέρα διασχίζοντας τις βουλγαρικές περιοχές της βόρειας Ροδόπης όπου οι μουσουλμανικοί πληθυσμοί δέχονται μεγάλη βοήθεια από την Τουρκία και το Τουρκικό κόμμα έχει γίνει ο ρυθμιστής των πολιτικών εξελίξεων στην χώρα.

Αποχαιρετώ τους συνομιλητές μου και συνεχίζω την περιπλάνησή μου στη Σωζόπολη, τα στενά δρομάκια, τα σπίτια με τις αυλές και τα μπαλκόνια γεμάτα λουλούδια, η αρχιτεκτονική, όλα θυμίζουν Ελλάδα, θυμίζουν Θράκη, θυμίζουν Βόσπορο. 

Εμπρός στην είσοδο του λιμανιού σε ένα νησάκι που τώρα πλέον συνδέεται με έναν μόλο με τη στεριά υπήρχε στην αρχαιότητα τεράστιος ναός του Απόλλωνα. Αφήνω τη Σωζόπολη και προχωρώ νότια, φθάνω στο Βασιλικό (Βουλγαρικά Τσάρεβο), η παλαιά ελληνική εκκλησία του θεωρείται θαυματουργή, εκεί δίπλα τα ερείπια μίας παλαιοχριστιανικής βασιλικής έχουν μετατραπεί σε παιδική χαρά, συναντώ την κυρία Αννα, συγκινείται, μου λέει για τη ζωή της όταν κάποτε μικρή προσφυγοπούλα έφθασε εδώ από τη Σμύρνη.


Ακόμα νοτιότερα και φθάνω στην Αγαθούπολη (Βουλγαρικά Αχτοπόλ), μικρή πόλη με ωραία θάλασσα, ιδανικός και πολύ φθηνός τόπος για ήρεμες διακοπές, από εδώ τα τουρκικά σύνορα απέχουν λίγα χιλιόμετρα.

Επιστρέφω προς τα βόρεια, προσπερνώ τον Βασιλικό και τη Σωζόπολη. Μία στάση στον Πύργο (Μπουργκάς), η πόλη είναι πλέον πολύ μεγάλη, οι Ελληνες κάπου δύο χιλιάδες, μικρή μειοψηφία πλέον, εξακολουθούν να κατοικούν στο κέντρο, στην παλαιά πόλη. 

Συνεχίζω βόρεια, σε λίγο εμφανίζεται η Αγχίαλος (Βουλγαρικά Πομόρι), το ελληνικό στοιχείο εδώ είναι πολύ έντονο, παντού συναντώ Ελληνες. 

Σε ένα δρομάκι κοντά στην παραλία, απέναντι από την εκκλησία, σε ένα σπιτάκι κρεμασμένη η ελληνική και η βουλγαρική σημαία και η πινακίδα «Σύλλογος Ελληνοβουλγαρικής φιλίας-Ελληνικό σχολείο Αγχιάλου», με πληροφορούν πως το σχολείο λειτουργεί μόνο τα σαββατοκύριακα σαν φροντιστήριο ελληνικών με τη βοήθεια κάποιων Ελλήνων της πόλης. Αυτό το εντελώς ακατάλληλο σπιτάκι είναι το μοναδικό ίχνος ελληνικής παιδείας σε όλη την περιοχή, από την Αγαθούπολη ως την Μεσημβρία.

Τελευταίος μου σταθμός προς τα βόρεια η Μεσημβρία (βουλγαρικά Νεσίμπαρ). Πανέμορφη η παλαιά πόλη κτισμένη σε μια χερσόνησο, με επιβλητικά βυζαντινά τείχη και άλλα μνημεία, αρκετοί Ελληνες ζουν και εδώ, η παλαιά ελληνική εκκλησία λειτουργεί πλέον σαν… κατάστημα με σουβενίρ.
Αφήνω την περιοχή με έντονα και ανάμεικτα συναισθήματα εδώ κατοικούν πάνω από είκοσι χιλιάδες Ελληνες ακόμα, λιγότεροι για κάποιους άλλους, εξαρτάται ποια κριτήρια βάζει κάποιος, καλή ή μη χρήση της γλώσσας, παιδιά μεικτών γάμων κτλ. 
Οσοι και αν είναι όμως, είναι ξεχασμένοι από την ελληνική Πολιτεία και από τους άλλους Ελληνες. 
Φεύγοντας σκέπτομαι τα λόγια του κ. Δημήτρη από τη Σωζόπολη: 

«Εδώ μιλάμε ελληνικά 2600 χρόνια, θα είναι κρίμα να χαθούν τώρα».

Πηγές


Το ζήτημα της αιφνιδιαστικής (αλλά άριστα προπαρασκευασμένης) προσάρτησης της Ανατολικής Ρωμυλίας από τους Βουλγάρους το 1885, ως μία από τις μαύρες σελίδες των ελληνικών κυβερνήσεων και της ανικανότητας των πολιτικών μας. 

Στις μέρες μας η ίδια ιστορία τείνει να επαναληφθεί, όχι πλέον ως φάρσα, όπως υποστήριζε ο Κ. Μαρξ, αλλά ως θλιβερή πραγματικότητα και όχι μόνον στην Θράκη μας.

Ο Τρικούπης και η Κρίση
της Ανατολικής Ρωμυλίας, 
1885-1886


Ο Ελληνικός κόσμος μεταξύ του Διαφωτισμού και του εικοστού αιώνα αντιμετώπισε ποικίλες και διαφορετικής εντάσεως προκλήσεις. Η υπέρβαση αυτών υπήρξε άλλες φορές συλλογικό και άλλες φορές ατομικό κυρίως έργο. Σκοπός της παρούσας ανακοίνωσης είναι η μελέτη του ρόλου ενός ηγέτη, του Χαρίλαου Τρικούπη, στην αντιμετώπιση της Κρίσης της Ανατολικής Ρωμυλίας μεταξύ του Σεπτεμβρίου του 1885 και του Ιουνίου του 1886. Κι αυτό με την ελπίδα ότι θα αναδειχθεί η δυνατότητα άσκησης ενδιαφέρουσας εξωτερικής πολιτικής όχι μόνο από κυβερνητικούς φορείς αλλά και από αντιπολιτευόμενους που διαθέτουν πείρα και ευρηματικότητα.

Η κρίση του Ανατολικού Ζητήματος κατά τα έτη 1875-1878 και το εδαφικό καθεστώς που προέκυψε από το Συνέδριο του Βερολίνου (1878) αποτέλεσαν την πρώτη, ταυτόχρονη δικαίωση της «αρχής των εθνοτήτων» σε πολλές περιοχές των Βαλκανίων. Η πληρέστερη εγγραφή της αρχής αυτής στη γεωπολιτική πραγματικότητα της Νοτιοανατολικής Ευρώπης προϋπέθετε τη διάδραση των τοπικών εθνικισμών και των σχετικών γεωπολιτικών επιδιώξεων των Μεγάλων Δυνάμεων. Το πρώτο μετά το Συνέδριο του Βερολίνου επεισόδιο της μακράς αυτής διαδικασίας ήταν η κρίση που ακολούθησε την προσάρτηση της Ανατολικής Ρωμυλίας στην ηγεμονία της Βουλγαρίας το Σεπτέμβριο του 1885.

Το «πραξικόπημα», όπως από πολλούς ονομάστηκε, της Ανατολικής Ρωμυλίας δεν ήρθε ως κεραυνός εν αιθρία μιας και η ύπαρξη σημαντικής βουλγαρικής παρουσίας στα εδάφη της καθιστούσε προφανή την πιθανότητα ενωτικής κίνησης με τη Βουλγαρία. Τα πρώτα όμως χρόνια μετά την Ανατολική Κρίση του 1875-1878 η Ρωσία έδειξε μειωμένο ενδιαφέρον για τις Βαλκανικές υποθέσεις και -επωφελούμενη της σύνδεσής της με το Βισμαρκιανό σύστημα συμμαχιών- ξανάστρεψε το ενδιαφέρον της στον πλήρη έλεγχο της Κεντρικής Ασίας. Μια σειρά νικηφόρων εκστρατειών έφεραν τα στρατεύματά της στο Πεντζέχ του Αφγανιστάν την άνοιξη του 1885 και την ίδια αντιμέτωπη με τη μήνι της Βρετανίας που διαπίστωνε σημαντική ρωσική στρατιωτική παρουσία σε απόσταση 500 περίπου χιλιομέτρων από την αυτοκρατορία της στις Ινδίες. Η σύντομη μα έντονη κρίση που ενέσκηψε στις σχέσεις των δύο Δυνάμεων έληξε με τη Ρωσία γεωπολιτικά κερδισμένη στην περιοχή αυτή του πλανήτη. 

Μια επιτυχία που οφείλονταν σε μεγάλο βαθμό στην στήριξη που της παρείχαν οι Γερμανοί και Αυστριακοί σύμμαχοί της στην Αυλή του Σουλτάνου στην Κωνσταντινούπολη, μια στήριξη που απεμάκρυνε το ενδεχόμενο επιχειρήσεων του αγγλικού στόλου κατά των Ρωσικών παραλίων της Μαύρης Θάλασσας.

Η χρήσιμη συμμαχική σχέση του Ρωσικού στέμματος με τις αυλές των Κεντρικών Αυτοκρατοριών έμελλε σύντομα να δοκιμαστεί και τελικά να διαρραγεί από τον τρόπο με τον οποίο μεθοδεύθηκε η προσάρτηση της Ανατολικής Ρωμυλίας στη Βουλγαρία και από τη θετική στάση της Μεγάλης Βρετανίας έναντι αυτής της προσάρτησης. Μιας Βρετανίας, που έχοντας συνειδητοποιήσει ότι ο Βουλγαρικός λαός και ο τότε ηγεμόνας του κάθε άλλο παρά πειθήνια όργανα της ρωσικής πολιτικής ήταν, δε δίστασε να απεκδυθεί τον μανδύα του θεματοφύλακα των συνθηκών και να συμβάλει αποφασιστικά στην αναθεώρηση του εδαφικού καθεστώτος των Βαλκανίων προς όφελος της Βουλγαρίας.

Το χρονολόγιο των αρνητικών για τη Ρωσία εξελίξεων και οι συνακόλουθες ωφέλειες που προέκυψαν για τα Βρετανικά συμφέροντα στην Ανατολική Ευρώπη έχουν καλυφθεί λεπτομερώς από άλλους ιστορικούς και ξεφεύγουν από την προβληματική της παρούσας ανακοίνωσης.

Σκόπιμο μάλλον είναι να ενσκήψουμε σε μια αγνοημένη παράμετρο της κρίσης της Ανατολικής Ρωμυλίας, στην προσπάθεια προώθησης των ελληνικών δικαίων από τον τότε αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης και από το Μάιο του 1886 πρωθυπουργό της Ελλάδας, Χαρίλαο Τρικούπη.

Ο Χαρίλαος Τρικούπης δεν ήταν άγνωστος στην πολιτική ζωή του ελληνικού βασιλείου μιας και είχε ήδη συμπληρώσει δύο δεκαετίες προσφοράς στα κοινά από ποικίλες θέσεις. Η προσφορά του αυτή είχε ως αφετηρία της τη θέση ότι «Εθνική.. πολιτική είναι η πρωτοβουλία της Ελλάδας υπέρ των δικαιωμάτων του ελληνισμού».
 
Κύριο μέλημα της πολιτικής αυτής μετά το πραξικόπημα της Ανατολικής Ρωμυλίας όφειλε να είναι κατά τον Τρικούπη η αποκατάσταση του status quo στη Βαλκανική κατά τρόπο που θα εξασφάλιζε τη Μακεδονία από ενδεχόμενη Βουλγαρική επέκταση. Κι αυτό γιατί κατά τον Τρικούπη «Η Μακεδονία είναι παράγων αναπόφευκτος δια την ύπαρξιν του Ελληνισμού, ουχί μόνον δια την επέκτασιν αυτού». 

Υποστήριζε λοιπόν ο Τρικούπης ότι ο Ελληνισμός δεν έπρεπε να προβληματίζεται από το δυσμενές διεθνές περιβάλλον στο ξεκίνημα του αγώνα του κατά του τετελεσμένου της Ανατολικής Ρωμυλίας. Οι λαοί της Ευρώπης, πίστευε ο Τρικούπης, σύντομα θα κατανοούσαν τις ελληνικές θέσεις και η συμπάθειά τους αυτή θα παρέσυρε και τις κυβερνήσεις τους υπέρ των ελληνικών δικαίων κατά το προηγούμενο της επανάστασης του 1821.

Για την ικανοποίηση των ελληνικών θέσεων ικανή και αναγκαία συνθήκη αποτελούσε η εθνική ομοψυχία γι’ αυτό και ο Τρικούπης διακήρυξε στο Κοινοβούλιο τον Οκτώβριο του 1885 ότι «Η κυβέρνησις είναι σήμερον το Έθνος, ότι πράξει το Έθνος θέλει το πράξει διά της κυβερνήσεως και πάσα δύναμις διδομένη εις την κυβέρνηση είναι δύναμις δεδομένη εις το Έθνος και πάσα δύναμις αφαιρουμένη από της Κυβερνήσεως αφαιρείται από του Έθνους, δεν έχομεν δε τοσαύται εθνικάς δυνάμεις ώστε να επιτρέπεται ίνα περικόπτωμεν αυτάς». 

Η λογική διαχείρισης κρίσεων που υιοθέτησε ο τότε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν υπηρετούσε μόνο την εθνική ομοψυχία αλλά και την αποτελεσματικότητα της εθνικής ενέργειας μιας και ο Τρικούπης ποτέ του δεν πίστεψε στην αξιοπιστία των οικουμενικών κυβερνήσεων. 

Επιπλέον, ενδεχόμενος ατυχής χειρισμός της κρίσης της Ανατολικής Ρωμυλίας από την κυβέρνηση Δηλιγιάννη πιθανόν να οδηγούσε σε κομματικά οφέλη για το Τρικουπικό κόμμα κάτι που καθιστούσε, αρχικά τουλάχιστον, ελκυστικότερη την υιοθέτηση συναινετικής στάσης έναντι των πρωθυπουργικών πρωτοβουλιών.

Η συναινετική στάση του Τρικούπη έναντι της πολιτικής Δηλιγιάννη στο ζήτημα της Ανατολικής Ρωμυλίας δεν ισοδυναμούσε βέβαια με παθητική αναμονή. Αντίθετα ήδη από τον Απρίλιο του 1885, όταν οι πρώτες σοβαρές αναταραχές έλαβαν χώρα στην Ανατολική Ρωμυλία στα τέλη της πρωθυπουργίας του Τρικούπη, ο Μεσολογγίτης πολιτικός είχε προειδοποιήσει ότι η Ελλάδα δε θα δίσταζε να πολεμήσει σε περίπτωση κλιμάκωσης της κρίσης. 

Την επαύριο δε του «πραξικοπήματος» της Ανατολικής Ρωμυλίας υποστήριξε την εισβολή του ελληνικού στρατού στη Μακεδονία και την Ήπειρο με σκοπό τη δημιουργία τετελεσμένου υπέρ των ελληνικών θέσεων. Η κυβέρνηση όμως Δηλιγιάννη υπήρξε απρόθυμη στο να αναλάβει παρόμοιες ευθύνες και έκτοτε ο Τρικούπης εγκαλούσε τον Πρωθυπουργό Δηλιγιάννη για τον πολεμικό πυρετό που καλλιέργησε στη χώρα χωρίς να ληφθεί καμία θετική ενέργεια. 

Η διαφορά απόψεων μεταξύ των δύο ανδρών σύντομα διευρύνθηκε υπό το βάρος της αρνητικής στάσης των λαών και των κυβερνήσεων των Μεγάλων Δυνάμεων έναντι του ενδεχόμενου της πλήρους αποκατάστασης της «Βερολινείου» ισορροπίας στη Χερσόνησο του Αίμου μετά την ένωση των δύο «Βουλγαριών».

 Μιας αρνητικής στάσης που συμπυκνώνεται στην άποψη του γνωστού φιλέλληνα και επανειλημμένως πρωθυπουργού της Βρετανίας Γλάδστωνα ότι δηλαδή θα ήταν ντροπή για το ανθρώπινο γένος εάν τα αιτήματα του Βουλγαρικού λαού δεν ικανοποιούνταν λόγω της Σερβικής και της Ελληνικής αντίδρασης.

Συναισθανόμενος τη σοβαρότητα των στιγμών και τις επερχόμενες για τον τόπο δυσκολίες ο Τρικούπης αποδύθηκε σε ένα διμέτωπο αγώνα, από τη μια μεριά με τους συμπατριώτες του και από την άλλη με τους διπλωματικούς εκπροσώπους των Μεγάλων Δυνάμεων στην Αθήνα με στόχο τη συνεννόηση των δύο πλευρών.

Κύριο μέλημα του Τρικούπη έναντι των συμπατριωτών του ήταν η άρση της άποψης μεγάλου μέρους της ελληνικής κοινής γνώμης ότι δηλαδή ό,τι κι αν έκανε η Ελλάδα δεν επρόκειτο να υποστεί τις συνέπειες των πράξεών της. Στην άποψη αυτή ο Τρικούπης αντέτεινε ότι «Η Ελλάς δεν είναι νήπιον, μόνον δ’ εις τα νήπια επιτρέπετε να επιτίθεντε κατ’ ισχυροτέρων με την ελπίδα ότι ουδόλως κινδυνεύουσι να τιμωρηθώσι».

Οι συστάσεις του όμως αυτές καθώς και οι εκκλήσεις του προς την κυβέρνηση Δηλιγιάννη περί «ανδρείας υποχωρήσεως» δεν έμελλαν να εισακουσθούν παρά μόνο μετά την επιβολή του ναυτικού αποκλεισμού των Ελληνικών παραλίων από τους στόλους των Μεγάλων Δυνάμεων στις αρχές Μαΐου του 1886.

Στην προσέγγιση του με τους εκπροσώπους των Μεγάλων Δυνάμεων ο Τρικούπης κινήθηκε το ίδιο ενεργά. Το Δεκέμβριο του 1885, όταν μετά την ήττα των Σέρβων από τους Βούλγαρους, η πίεση των Δυνάμεων για τον αφοπλισμό της Ελλάδας εντάθηκε, ο Τρικούπης κατέφυγε στον εκπρόσωπο της Αυστρο-ουγγρικής μοναρχίας στην Ελλάδα ελπίζοντας ότι θα έβρισκε έναν αξιόπιστο σύμμαχο στην ανάσχεση του Σλαυϊσμού στη Βαλκανική. 
Προσπάθησε μάλιστα στις επαφές του αυτές, χωρίς όμως αποτέλεσμα, να εξασφαλίσει είτε μια συμμαχία με την Αυστρο-ουγγαρία είτε μια υπόσχεση ανταλλαγμάτων από τις Μεγάλες Δυνάμεις που θα επέτρεπε στην Ελλάδα να προβεί σε αποστράτευση κατά το προηγούμενο του 1878.

Η ανεπιτυχής επαφή του Τρικούπη με την Αυστρία τον έστρεψε στη συνέχεια στη Γαλλία και την Αγγλία. Έτσι, το Μάρτιο του 1886, όταν πια η επιβολή ναυτικού αποκλεισμού στην Ελλάδα ήταν επί θύρας, πρότεινε στους εκπροσώπους των δύο Δυνάμεων την εφαρμογή του ανεκτέλεστου μέχρι τότε άρθρου 23 του Συνεδρίου του Βερολίνου. 

Το άρθρο αυτό προέβλεπε τη διαίρεση της Μακεδονίας σε εθνολογικά βιλαέτια και ο Τρικούπης προσέβλεπε μέσω της εφαρμογής του στην αυτονόμηση του ελληνισμού που κατοικούσε στην περιοχή που αντιστοιχεί σε αδρές γραμμές στη σημερινή ελληνική Μακεδονία. Και αυτές του όμως οι προτάσεις δεν είχαν καλύτερη τύχη.

Η ανεπάρκεια της κυβέρνησης Δηλιγιάννη και η αδυναμία των προσπαθειών Τρικούπη να επιτύχουν κάποιο αντάλλαγμα για την Ελλάδα ακολουθήθηκαν από την επιβολή ναυτικού αποκλεισμού των Ελληνικών παραλίων από ναυτική μοίρα των Μεγάλων Δυνάμεων στην οποία δε συμμετείχε όμως η Γαλλία. 

Ο αποκλεισμός διήρκεσε ένα περίπου μήνα -από τις 10 Μαΐου έως τις 7 Ιουνίου 1886- και με την έναρξή του ο Δηλιγιάννης παραιτήθηκε από την πρωθυπουργία της χώρας. 

Ακολούθησαν λίγες μέρες κυβερνητικής αστάθειας και κατόπιν επανήλθε ο Τρικούπης στον πρωθυπουργικό θώκο. Κύριο μέλημά του ήταν η αποστράτευση του μεγαλύτερου μέρους του ελληνικού στρατού με στόχο την άρση της αιτίας για την οποία είχε επιβληθεί ο αποκλεισμός των ελληνικών παραλίων από τις Μεγάλες Δυνάμεις. 

Η αποστράτευση αυτή μεθοδεύθηκε κατά τρόπο που, κατ’ επίφαση έστω, διέσωζε την εθνική αξιοπρέπεια μιας και δεν κοινοποιήθηκε επισήμως στις Δυνάμεις όπως αυτό αναμένονταν. Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι βασικό κίνητρο του Τρικούπη για την αποστράτευση του στρατού των συνόρων δεν ήταν τόσο οι στερήσεις του ελληνικού πληθυσμού από τον αποκλεισμό όσο η δύσκολη θέση που βρέθηκε ο ελληνικός στρατός κατά τις αψιμαχίες του με τους Τούρκους στη Θεσσαλική μεθόριο μεταξύ της 9ης και της 13ης Μαΐου 1886.

Το ενδεχόμενο του ναυτικού αποκλεισμού από μόνο του ή αυτό της μεμονωμένης τουρκικής επιθετικότητας ποτέ δεν είχε προβληματίσει ιδιαίτερα τον Τρικούπη. 

Η χρονική τους όμως σύμπτωση καθώς και η πάγια επιθυμία του νέου Έλληνα πρωθυπουργού να αποφευχθεί η δημοσιονομική εξάντληση της χώρας κατέστησαν εξαιρετικά επείγουσα την εκτέλεση της ανωτέρω απόφασης.
Ο Τρικούπης, στο ξεκίνημα της κρίσης τουλάχιστον, δεν υπήρξε άμοιρος ευθυνών για την πολεμική έξαρση που σημειώθηκε στο Ελληνικό βασίλειο. Ποτέ επίσης δε θα μάθουμε που θα μπορούσε να είχε οδηγήσει η εισβολή του Ελληνικού στρατού στη Μακεδονία και την Ήπειρο αμέσως μετά το πραξικόπημα της Ανατολικής Ρωμυλίας, μια εισβολή που είχε προτείνει ο Τρικούπης.

Πρέπει πάντως να επισημανθεί η ειλικρινής του διάθεση να υπηρετήσει την πατρίδα από οποιαδήποτε μετερίζι και η ικανότητά του να απεμπλέκει τη χώρα από άκαιρες περιπέτειες, μια ικανότητα που είχε ήδη επιδείξει το 1877 ενώ νέα δείγματα αυτής θα δίνονταν και κατά τη κρίση του Κρητικού Ζητήματος το 1889. 

Κι ήταν αυτή μια σημαντική δικλείδα ασφάλειας στα ταραγμένα Βαλκάνια της εποχής.

Δημήτρης Περδίκης 

Σάββατο 14 Σεπτεμβρίου 2019

Η ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ ΚΑΙ Ο ΞΕΡΙΖΩΜΟΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣ ΑΣΙΑΣ.

14 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ ΗΜΕΡΑ ΜΝΗΜΗΣ ΤΗΣ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑΣ ΚΑΙ 
ΤΟΥ ΞΕΡΙΖΩΜΟΥ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣ ΑΣΙΑΣ
a_christian_sti_smurni
Η Μικρασιατική Καταστροφή

Μία από τις πιο θλιβερές επετείους της νεώτερης Ελληνικής Ιστορίας είναι αυτή της κατάρρευσης του μικρασιατικού μετώπου που οδήγησε στην στρατιωτική ήττα και συντριβή αλλά και τον ξεριζωμό εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων από την μικρασιατική γη. Τα ιστορικά γεγονότα του Αυγούστου – Σεπτεμβρίου του 1922 έχουν καταγραφεί στο σύνολό τους με τον τίτλο «Μικρασιατική καταστροφή ».

Η ήττα του 1922 μπορεί να συγκριθεί με αυτήν του 1453 και να θεωρηθεί ως μεγαλυτέρα γιατί μ’ αυτήν ξεριζώθηκε η από χιλιάδων ετών ελληνική παρουσία στην Ιωνική γη. 

Παρ’ όλο που η επέτειος της μικρασιατικής καταστροφής δεν εορτάζεται επισήμως από τις ελληνικές αρχές αυτή έχει περάσει και έχει εντυπωθεί στο φυλετικό ασυνείδητο μέσω μιας κορυφαίας σκηνής του δράματος όπως είναι αυτή της σφαγής και της πυρπόλησης της Σμύρνης. Οι τραγικές σκηνές από τη Σμύρνη του ’22 μπορούν και συγκινούν ενενήντα χρόνια μετά. 

Ήταν πρωί του Σαββάτου, 27 Αυγούστου, που οι πρώτοι έφιπποι Τσέτες ( άτακτοι βάρβαροι αιμοδιψείς τούρκοι πολεμισταί ) μπήκαν στη Σμύρνη. Την διοίκηση της πόλης ανέλαβε ο γνωστός ως « χασάπης της Σμύρνης » Νουρεντίν. Από το ίδιο βράδυ άρχισαν να γίνονται λεηλασίες και φόνοι. Την επόμενη μέρα και ενώ άρχισαν να καταφθάνουν στην πόλη τούρκικες τακτικές δυνάμεις οι σφαγές και οι λεηλασίες άρχισαν να συστηματοποιούνται στις Ελληνικές και στην Αρμένικη συνοικία. Τα πλοία που ευρίσκοντο κοντά στην προκυμαία δεν εδέχοντο πρόσφυγες. Οι Σμυρνιοί, άλλοι μένουν κλεισμένοι στα σπίτια τους και άλλοι σπεύδουν να βρουν προστασία σε νεκροταφεία και εκκλησίες.

Ηρωική μορφή στην τραγωδία της Σμύρνης στάθηκε ο Μητροπολίτης της Χρυσόστομος

Ο Χρυσόστομος γεννήθηκε στη σκλαβωμένη Ιωνία και ανέλαβε την πρώτη μητροπολιτική του έδρα στη Δράμα την εποχή που η βουλγαρική προπαγάνδα οργίαζε και οι Βούλγαροι κομιτατζήδες με την εγκληματική τους δράση προσπαθούσαν να εκβουλγαρίσουν την ελληνική Μακεδονία. Το 1911 ο Χρυσόστομος ανέλαβε Μητροπολίτης στη Σμύρνη ξεκινώντας έναν τιτάνιο αγώνα για τη θεμελίωση της Μεγάλης Ιδέας.

Όταν οι Τούρκοι εισήλθαν στη Σμύρνη ο Χρυσόστομος παρέμενε σ’ αυτήν, αρνούμενος να φύγει μαζί με τις άλλες ελληνικές Αρχές. Ακόμα και μετά την είσοδο των Τούρκων ο Ιεράρχης αρνήθηκε τη μεσολάβηση ξένων διπλωματών που προθυμοποιήθηκαν να τον βοηθήσουν να φύγει. Παρέμεινε μόνος όρθιος Ιωνικός στύλος, η μόνη ελληνική Αρχή στην πόλη που κατεκλίζετο από τους βαρβάρους του Κεμάλ.

Στις 27 Αυγούστου το βράδυ κλήθηκε ο Χρυσόστομος να παρουσιαστεί στον Τούρκο φρούραρχο Νουρεντίν μαζί με δύο δημογέροντες. Μόλις τον είδε, του είπε : « Εσύ είσαι ο παπάς που βρίζεις τους Τούρκους; Γουρούνι, θα δεις τι τιμωρία σου ετοιμάζω. Εσύ κι οι Έλληνές σου είστε λαός χαμάληδων και χαμάληδες θα σε δικάσουν ». Έτσι κι έγινε. Σε μια από τις αίθουσες του δικαστηρίου είχαν συγκεντρωθεί άνθρωποι του υποκόσμου, χαμάληδες και τουρκικά κακοποιά στοιχεία προκειμένου να τον δικάσουν. Μόλις εμφανίστηκε αγέρωχος ο Ιεράρχης, αυτοί άρχισαν να τον προπηλακίζουν, να του τραβούν τα γένια και τα ράσα και να τον φτύνουν. Ενστικτωδώς οι Σμυρνιοί δημογέροντες προσπάθησαν να προστατεύσουν τον Ιεράρχη τους, αλλά οι Τούρκοι τους έδεσαν προκειμένου να δουν το μαρτύριο και τον εξευτελισμό του θρησκευτικού τους ηγέτη. Το λαϊκό δικαστήριο των εγκληματιών έβγαλε την απόφασή του που ήταν « Να σταυρωθεί … να σταυρωθεί όπως ο Χριστός τους ». 

Ο Νουρεντίν διέταξε τον έφεδρο Λοχαγό του τουρκικού στρατού Ρουστέν Μπέη Βάσιτς να εκτελέσει την απόφαση του λαϊκού δικαστηρίου. Ο Βάσιτς κατεβαίνοντας τα σκαλιά του Διοικητηρίου μαζί με τους τρεις μελοθάνατους, τον Χρυσόστομο και τους δημογέροντες, δεν προλαβαίνει να βγει στο προαύλιο γιατί ξεπροβάλλει φρενιασμένος ο Νουρεντίν στο κεφαλόσκαλο και τραβώντας το περίστροφό του πυροβολεί τον Χρυσόστομο. Ήταν τέτοια η λύσσα του που το χέρι του έτρεμε από την οργή και αντί να πλήξει τον Χρυσόστομο τραυμάτισε θανάσιμα τον δημογέροντα Κλιμάνογλου.

Με τον πυροβολισμό και την έξοδο του Χρυσοστόμου στο προαύλιο το πλήθος ορμά. Ο βαρβαρικός τουρκικός όχλος με πέτρες και ξύλα χτυπούν τον Χρυσόστομο. Τον κτυπούν ανελέητα, του ξεριζώνουν τα γένια κι ένας τούρκος χαμάλης του βγάζει με το μαχαίρι του το ένα μάτι. Ο Χρυσόστομος αιμόφυρτος, σιωπηρός, περήφανος, χωρίς να ικετεύει και να λυγίζει στον εχθρό, σέρνεται από το πλήθος και αφήνει την τελευταία του πνοή αναφωνώντας: 

«Θεέ μου! ».

Ο Βάσιτς έπρεπε όμως να εκτελέσει τη διαταγή που πήρε. Έτσι λοιπόν κρέμασε το άψυχο σώμα, ένα κουφάρι κυριολεκτικά από καταξεσκισμένες σάρκες, στην περιοχή του Τρικιλίκ, κοντά στον σιδηροδρομικό σταθμό Σμύρνης.

Με τον θάνατο του Χρυσοστόμου ο Νουρεντίν έδωσε το σύνθημα στον όχλο, στους άτακτους Τούρκους και τον τακτικό στρατό γι’ αυτό που θα ακολουθούσε τις επόμενες ημέρες, με αποκορύφωμα την εφαρμογή του σχεδίου του που ήταν ο εμπρησμός της Ελληνικής και Αρμενικής συνοικίας.

Η πυρκαϊά που τέθηκε βάσει οργανωμένου σχεδίου σάρωσε όλη την πόλη αφήνοντας άθικτη την εβραϊκή και την τουρκική συνοικία, και επεκτάθηκε σε πλάτος δύο μιλίων. 

Οι Έλληνες μοναδική σωτηρία είχαν πλέον την θάλασσα. Σκηνές φρίκης εκτυλίχθηκαν τις ημέρες που εμαίνετο η πυρκαϊά, ενώ η προκυμαία είχε γεμίσει από πτώματα. Η καταστροφή είχε ολοκληρωθεί. Επισήμως κανένα από τα αγκυροβολημένα πλοία των Συμμάχων δεν βοήθησε τους Έλληνες. Ο διεθνής τύπος υποβάθμισε το γεγονός της καταστροφής και τις φρικαλεότητες των Τούρκων. Οι ξένοι έδειξαν μια ασυγχώρητη αδιαφορία και κράτησαν μια κατ’ ουσίαν εχθρική στάση σε σημείο τέτοιο που να λένε ότι « Οι Έλληνες πυρπόλησαν τη Σμύρνη ».

Αρχές Σεπτεμβρίου ολοκληρώθηκε η καταστροφή της Μικράς Ασίας. Ο αριθμός των θυμάτων δεν είναι δυνατόν να εξακριβωθεί με ακρίβεια και οι διάφοροι ερευνητές ιστορικοί και ειδικοί δίνουν διαφορετικούς αριθμούς. Πάντως ανέρχονται σε εκατοντάδες χιλιάδες. Ο αριθμός των προσφύγων ανήλθε σε ένα εκατομμύριο τετρακόσιες χιλιάδες Έλληνες που ξεριζωμένοι από τη γη τους αναζήτησαν στην κυρίως Ελλάδα καταφύγιο. 

Πώς οδηγηθήκαμε όμως σε αυτήν την καταστροφή; Ποια είναι τα αίτια που οδήγησαν έναν νικητή στρατό στην ταπεινωτική ήττα και τη συμφορά του ’22 ; 

Είναι σίγουρα ένας συνδυασμός πολλών αιτίων που λειτούργησαν παράλληλα και οδήγησαν στην καταστροφή. Επιγραμματικά μπορούμε να απαριθμήσουμε μερικά από αυτά.

– Η διχόνοια του Ελληνικού λαού. Ο γνωστός διχασμός που ξεκίνησε οκτώ χρόνια πριν από την τραγωδία και έφθασε σε σημείο τέτοιο που Έλληνες πανηγύριζαν ελληνικές ήττες. 

– Η εχθρική στάση των συμμάχων που υπαναχώρησαν μπροστά στο ενδεχόμενο της δημιουργίας μιας μεγάλης και ισχυρής Ελλάδας, ανεξάρτητου και μεγάλου παράγοντα στην Ανατολική Μεσόγειο.

– Οι εκλογές του Νοεμβρίου του 1920 που προκήρυξε ο Βενιζέλος μεσούσης της Μικρασιατικής Εκστρατείας και του πολέμου, για τις οποίες έχει εκφραστεί η άποψη ότι αυτές προκηρύχθηκαν με στόχο να τις χάσει και να αποποιηθεί των ευθυνών του και της εμπλοκής λόγω συμμάχων στην Μικρασιατική Εκστρατεία. 

– Η διάσωση και το γιγάντωμα του Κεμάλ και του στρατού του μέσω της μεγάλης βοήθειας που έλαβε από την νεοδημιουργηθείσα Σοβιετική Ένωση και τον Λέον Τρότσκυ. 

– Η διείσδυση της κομμουνιστικής προπαγάνδας στο στράτευμα με ενέργειες σαμποτάζ και παρότρυνση προς λιποταξία. Οι κομμουνιστές χαρακτήριζαν την εκστρατεία « αποικιακό πόλεμο »
– Η εγκληματική, προδοτική παρότρυνση αστικών κύκλων στην Αθήνα για επιστροφή του στρατού στην Ελλάδα. Αποκορύφωμα το άρθρο του Γεωργίου Βλάχου στην « Καθημερινή », με τίτλο «Οίκαδε », στις 14 Αυγούστου του 1922. 

– Η κόπωση ενός ανίκητου για δέκα χρόνια στρατού που οι πρώτες ήττες του Αυγούστου του 1922 φάνταξαν σ’ αυτόν ολέθριες και μη αναστρέψιμες. 

– Ολιγωρίες και σφάλματα στρατηγικής πολιτικών και στρατιωτικών. 

Η ιστορία του ’22 μας επιτρέπει να κάνουμε παραλληλισμούς και για μετέπειτα ιστορικά συμβάντα.Γιατί ομοίως δεν έχει ανοίξει ο φάκελος της προδοσίας της Κύπρου για να μάθει επιτέλους ο λαός ποιοι ήσαν οι προδότες και ποιοι ήσαν οι ήρωες. Τα πολιτικά κόμματα όπως μετά το 1922 δέχτηκαν την καινούρια κατάσταση και ονόμασαν τις ελληνικές εστίες της Ιωνικής γης « Χαμένες Πατρίδες », ομοίως και με την Κύπρο δέχονται την δημιουργηθείσα κατάσταση και γι’ αυτούς η βόρεια κατεχόμενη Κύπρος είναι άλλη μια «χαμένη πατρίδα». 

Από γενέσεως του το εθνικιστικό λαϊκό κίνημα «Χρυσή Αυγή» δεν αποδέχεται τον ηττοπαθή γκιαούρικο όρο «χαμένη πατρίδα». Για μας όσα χρόνια κι αν περάσουν, όποιες κι αν είναι οι συνθήκες, δεν θα υπάρξουν ποτέ χαμένες πατρίδες μα σκλαβωμένες πατρίδες που ζητούν από εμάς την απελευθέρωσή τους. 
 Χρήστος Η. Παππάς


Πέμπτη 5 Σεπτεμβρίου 2019

Αριστεροί και κομμουνιστές, αλλά το χρήμα… χρήμα! Είναι η πρώτη φορά άλλωστε;

Πολλά εγράφησαν τις τελευταίες ημέρες για την ταινία του κομμουνιστή Γαβρά «Ενήλικοι στην αίθουσα», η οποία χρηματοδοτήθηκε με 630.000 ευρώ από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και βασίζεται στο ομότιτλο βιβλίο του Βαρουφάκη, ενώ αναφέρεται στην υποτιθέμενη «διαπραγμάτευση» του ΣΥΡΙΖΑ το α’ εξάμηνο του 2015 και το δημοψήφισμα.

Η ταινία δεν έχει προβληθεί ακόμα στις αίθουσες, όμως όπου εμπλέκονται κομμουνιστές, υπάρχει και το χρήμα στην μέση! Όπως αποκάλυψε ο γνωστός δημοσιογράφος και σκηνοθέτης Νίκος Μαστοράκης, το budget της ταινίας ήταν μόλις 630.000 ευρώ, ακριβώς το ποσόν που εισέπραξε ο Γαβράς από τον υπουργό Παππά ως το “30% του γενικού κόστους.” 

Διαβάστε την ανάρτηση του Νίκου Μαστοράκη στον προσωπικό του λογαριασμό στο facebook:

«ΑΠΟ ΤΟΝ ΛΑΜΠΡΑΚΗ ΣΤΟΝ ΜΠΑΡΟΥΦΑΚΗ: Η ΒΕΝΕΤΙΑ ΧΑΣΜΟΥΡΙΕΤΑΙ: Αφόρητη πλήξη έφερε στο φεστιβάλ της Βενετίας ο Γαβράς και το έσχατο low budget πόνημα του με ήρωα έναν ανόητο, φαύλο, μπουφόνο, κάποιον Μπαρουφάκη που ήθελε να γίνει celeb. Η ταινία του Γαβρά (για τον οποίο έχω ακόμη άκρατο θαυμασμό από την εποχή του “Ζ” και μονό γι’ αυτή την ταινία) εσφαγιάσθη από τους κριτικούς (σημειώστε, τους μη κομμουνιστές και υστεροαριστερούς) και ίσως κερδίσει το βραβείο (αν υπάρχει κάτι τέτοιο) της πιο βαρετής και ανόητης ταινίας της χρονιάς. Εδώ και χρόνια, κάθε φιλμ του βετεράνου Γαβρά ήταν χειρότερο από το προηγούμενο, φαίνεται όμως ότι έπιασε πάτο με το Μπαρουφάκειο εγχείρημα. Ντρέπομαι που, έστω και περιφερειακά, η ταινία αυτή εφάπτεται της Ελλάδας και επειδή μαθαίνω από τα ΜΜΕ ότι το budget της ήταν μόνο 630,000 ευρώ, θυμάμαι ότι αυτό το ποσόν ακριβώς εισέπραξε ο Γαβράς από τον άθλιο, τότε, υπουργό Παππά ως το “30% του γενικού κόστους.” Προτρέπω τους καλούς εισαγγελείς να ερευνήσουν πώς ακριβώς το “γενικό κόστος” φουσκώθηκε έτσι που να εισπράττει ο Γαβράς τελικά το 100%. Με δεδομένο ότι η ταινία δεν προβάλλει τη χώρα, τον πολιτισμό ή τον τουρισμό, γιατί ο Παππάς βιάστηκε να “χρηματοδοτήσουμε” τον Γαβρά, ελάχιστο χρόνο πριν αποχαιρετίσουν οι Συριζαλήτες την εξουσία;»

Αριστεροί και κομμουνιστές, 
αλλά το χρήμα… χρήμα! 

Είναι η πρώτη φορά άλλωστε;

Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΗ ΤΑΙΝΙΑ ΤΟΥ ΓΑΒΡΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΧΟΥΝΤΑ ΤΗΣ «ΔΙΑΝΟΗΣΗΣ»

«L’ aveu» («Η Ομολογία»)

Στις Κάννες, και τότε για το ετήσιο φεστιβάλ κινηματογράφου και ως τιμώμενο πρόσωπο, βρίσκεται αυτές τις ημέρες ο διάσημος αριστερός σκηνοθέτης Κώστας Γαβράς. 

Μάλιστα, προβλήθηκε στο φεστιβάλ η ψηφιακά αποκατεστημένη κόπια της γνωστής του ταινίας «Ζ», που αναφέρεται στην υπόθεση Λαμπράκη. 

Θριαμβευτικά ήταν και τα ρεπορτάζ των εγχώριων συστημικών ΜΜΕ, με τίτλους όπως «Καταχειροκροτήθηκε στις Κάνες ο Κώστας Γαβράς», «Ο Κώστας Γαβράς στο κόκκινο χαλί του φεστιβάλ», «Όρθιοι χειροκροτούσαν τον Γαβρά»… Όντως, η προβολή του διασήμου αυτού Έλληνος σκηνοθέτου και του έργου του, είναι υποδειγματική από τα ελληνικά ΜΜΕ, ειδικώς τα αριστερής αποκλίσεως… 

Ωστόσο, υπάρχει μια ταινία του Γαβρά, που προβλήθηκε το 1970, η οποία είναι παντελώς ΑΓΝΩΣΤΗ στην Ελλάδα, καίτοι παίζουν σ’ αυτήν μεγάλοι ηθοποιοί της εποχής τους (όπως ο –πρωταγωνιστής και του «Ζ»- Υβ Μοντάν, η Σιμόν Σινιορέ κ.α.), έχει κερδίσει σημαντικές διεθνείς διακρίσεις (Αργυρή Κορδέλα καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας από το Ιταλικό Συνδικάτο Κριτικών Κινηματογράφου και βραβείο καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας στα Βραβεία Sant Jordi, της Ισπανίας) και συμμετέχει σ’αυτήν σε -όχι πρωταγωνιστικό, αλλά σε βασικό- ρόλο ένας Έλλην (και αριστερότατος…) ηθοποιός, ο μακαρίτης Βασίλης Διαμαντόπουλος! 

Κανείς ποτέ δεν κάνει λόγο γι’ αυτήν, καμία φυλλάδα δεν την «προσέφερε» στους αναγνώστες της την εποχή των «μεγάλων προσφορών», κανένα ολιγαρχικό πορνοκάναλο δεν την έχει προβάλλει στα 25 χρόνια της (δήθεν) «ελεύθερης τηλεόρασης». 

Κι όλα αυτά, γιατί την ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΙ αυστηρώς και δια ροπάλου, η αριστερή χούντα της «διανόησης» (παρανόησης)! 

Πρόκειται για την έγχρωμη ταινία «L’ aveu» («Η Ομολογία»), γαλλο-ιταλικής παραγωγής και διάρκειας 135 λεπτών, την οποία ο γράφων είδε πολύ προσφάτως, σε κινηματογραφικό αφιέρωμα, που έκανε γαλλικό ΜΜΕ. 

Η ταινία- καταγγελία της παρανοίας του σταλινισμού, είναι βασισμένη στην αληθινή ιστορία του Άρθουρ Λόντον, υψηλόβαθμου κυβερνητικού στελέχους στην κομμουνιστική Τσεχοσλοβακία του 1951, που έπεσε θύμα σταλινικής εκκαθαρίσεως. 

Ο πρωταγωνιστής (Υβ Μοντάν) υφυπουργός Εξωτερικών της χώρας, αντιλαμβάνεται ότι κάποιοι άγνωστοι τον παρακολουθούν σε κάθε του βήμα. Με τα πολλά, καταλήγει στον κομισάριο (υπουργό) Ασφαλείας, για να καταγγείλει το γεγονός. Εκεί, προς μεγάλη του έκπληξη, ο κομισάριος… του τα μασάει. Φεύγει αγανακτισμένος από το γραφείο του, αλλά ενώ επιχειρεί να περάσει την εξώπορτα του υπουργείου… συλλαμβάνεται και οδηγείται στα μπουντρούμια της μυστικής αστυνομίας. Εκεί, αφού ανακρίνεται και βασανίζεται σκληρά επί μήνες, καταλήγει στην υπογραφή μιας «ομολογίας» (ότι είναι… «πράκτορας του ιμπεριαλισμού», «σαμποτέρ», κ.τ.λ.), νομίζοντας πως έτσι θα γλιτώσει. 

Εν τω μεταξύ, σιγά-σιγά καταφθάνουν στα μπουντρούμια και τα υπόλοιπα στελέχη της κυβέρνησης (μεταξύ αυτών και ο υπουργός που υποδύεται ο Βασίλης Διαμαντόπουλος). Κάποια στιγμή μάλιστα, ο βασανιζόμενος «υφυπουργός» ρωτάει τους… συντρόφους βασανιστές του, αν ο πρόεδρος της χώρας γνωρίζει όλα αυτά που γίνονται. 

Η απάντηση των βασανιστών του, τον αφήνει εμβρόντητο: «Σίγουρα τα γνωρίζει, γιατί τα υφίσταται και ο ίδιος. Τον έχουμε στο τελευταίο κελί αυτού του διαδρόμου». Αληθές! Επρόκειτο για τον Σλάνσκυ, πρώτο πρόεδρο της κομμουνιστικής κυβερνήσεως της χώρας… 

Η ταινία καταλήγει σε μια στημένη δίκη, σταλινικού τύπου (όπως συνέβη και στην πραγματικότητα στην Τσεχοσλοβακία το 1952…). 

Πρόκειται για μια φοβερή ταινία, άκρως ρεαλιστική, με υπέροχες ερμηνείες και καταιγιστική δράση. 

«L’ aveu» («Η Ομολογία») 
Ολόκληρη η ταινία εδώ